Μαρξιστικός σοσιαλισμός και Καπιταλισμός: Σιαμαία Δίδυμα
του Έντουαρντ Λιμόνοφ (μετάφραση Αχιλλέας)
Θα δημοσιεύσουμε ένα κεφάλαιο από το βιβλίο του
Έντουαρντ Λιμόνοφ, που φέρει τον τίτλο Μια Άλλη Ρωσία. Γράφτηκε στη φυλακή ως
σειρά διαλέξεων για τους εθνικο-μπολσεβίκους. Η πρώτη έκδοση του βιβλίου, που
επρόκειτο να κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις «Amfora», κατασχέθηκε
από την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφαλείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας (FSB) αδικαιολόγητα.
Ο εκδότης φοβήθηκε την αντίδραση της Ειδικής Υπηρεσίας και αρνήθηκε να το
τυπώσει. Πολλοί άλλοι εκδότες ακολούθησαν τη «συμβουλή» της FSB και επίσης
αρνήθηκαν. Τελικά το κυκλοφόρησαν οι εκδόσεις «Ultra.Culture».
Με μια ιδιότυπη ανάγνωση της ιστορίας ο επικεφαλής
των Ρώσων εθνικομπολσεβίκων –ή νεοφασιστών, κατά τους δυτικούς ακαδημαϊκούς-
αποκηρύσσει καθιερωμένες παραδοχές της ευρωπαϊκής ιστορίας και, κυρίως, ασκεί
κριτική στον μαρξιστικό σοσιαλισμό ως ιδεολογία και ως πολιτικό κίνημα, από μια
αντι-υλιστική, αντιτεχνοκρατική, νεορομαντική σκοπιά. Δεν διστάζει, μάλιστα, με
αρκετή δόση μαύρου χιούμορ, να χαρακτηρίσει και τον ίδιο τον Μαρξ κάτι σαν ατελή κρυφορομαντικό και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο κλασικός μαρξισμός και ο καπιταλιστικός φιλελευθερισμός αποτελούν κεφάλαια της μιας και αυτής νεωτερικής ανάγνωσης της
ιστορίας.
Διάλεξη 14
Το 1988, κατά τη συγγραφή του βιβλίου Πειθαρχικό Σανατόριο, βυθίστηκα σε
αποσπάσματα και λεξικά. Θυμάμαι ότι στο γαλλικό λεξικό Petit Robert με εντυπωσίασε ο ορισμός του καπιταλισμού: «Κοινωνικό σύστημα στο οποίο τα μέσα
παραγωγής, τα εργοστάσια και οι βιομηχανίες ανήκουν σε ιδιώτες». Το λεξικό
το παρουσίαζε με απόλυτη φυσικότητά, σαν να ήταν αυτονόητο. Έδινε την εντύπωση
ότι ο ορισμός ανήκε στον Κάρολο Μαρξ. Γνωρίζουμε ότι ο Μαρξ είχε γράψει μερικά
άρθρα για την Encyclopedia Britannica. Κοίταξα και σε άλλα λεξικά και
εγκυκλοπαίδειες. Και παντού, προς έκπληξή μου, οι ορισμοί του καπιταλισμού
δίνονταν με όρους μαρξιστικούς. Αποδείχθηκε ότι για να «δει» ο καπιταλισμός τον
εαυτό του, έπρεπε να κοιταχτεί στον καθρέφτη του μαρξισμού. Λες και δεν υπήρχε
άλλος καθρέφτης.
Σκέφτηκα, λοιπόν, ότι τόσο ο σοσιαλισμός
(καθώς ο μαρξισμός είναι απλώς μια ριζοσπαστική μορφή σοσιαλισμού) όσο και ο
καπιταλισμός βασίζονται στην ιδιοκτησία. Και τα δύο συστήματα ασχολούνται με
την ιδιοκτησία και το κεφάλαιο. Στον καπιταλισμό, η ιδιοκτησία και το κεφάλαιο
ανήκουν σε ιδιώτες· στον σοσιαλισμό ανήκουν στον εργαζόμενο λαό — στους
μισθωτούς, δηλαδή στο προλεταριάτο. Απλό, έτσι;
Προχωρώντας σε αυτήν την πολύ στοιχειώδη
διερεύνηση, μαθαίνουμε ότι πριν εμφανιστεί ο μαρξιστικός ριζοσπαστικός
σοσιαλισμός, ο καπιταλισμός δεν αποκαλούσε τον εαυτό του «καπιταλισμό». Στην
πραγματικότητα δεν αποκαλούσε τον εαυτό του τίποτα, γιατί δεν ήταν ακόμη
ξεχωριστό κοινωνικο-οικονομικό σύστημα. Οι πρώτοι «καπιταλιστές» εμφανίστηκαν
στην Αγγλία, την Ολλανδία και τη Βόρεια Ιταλία — στο Μιλάνο, αλλά δεν θεωρούσαν
και δεν αποκαλούσαν τους εαυτούς τους καπιταλιστές. Αποκαλούσαν τους εαυτούς
τους επιχειρηματίες, εμπόρους, κατασκευαστές, εργοστασιάρχες. Λειτούργησαν σε
κράτη με μοναρχικό καθεστώς. Οι βασιλιάδες μπορούσαν, για παράδειγμα, να
δανειστούν από τους πλούσιους τεράστια ποσά για να διεξαγάγουν πόλεμο και να
μην τα επιστρέψουν ποτέ. (Σκόπιμα απλοποιώ την αφήγηση μου προς διευκόλυνση
της κατανόησης).
Η αλληλεξάρτηση και η συμμαχία των κεφαλαίων
(ο κόσμος των επιχειρηματιών) και της εξουσίας εμφανίστηκαν αρχικά σε
προτεσταντικά κράτη: στην Αγγλία και τις ΗΠΑ. Ο μετανάστης και εξόριστος
Κάρολος Μαρξ, Γερμανός γιατρός εβραϊκής καταγωγής, πέρασε το μεγαλύτερο μέρος
της ζωής του στην Αγγλία, στο Λονδίνο, στο επίκεντρο του καπιταλισμού, όπου
πέθανε και τάφηκε με φροντίδα σε λονδρέζικο νεκροταφείο. Ο τάφος του, καθ’ όλη
τη διάρκεια των εβδομήντα χρόνων της σοβιετικής εξουσίας, ήταν τόπος «σεβάσμιων»
επισκέψεων των σοβιετικών οπαδών του «προφήτη» Μαρξ.
Τι είχε συμβεί λοιπόν; Υπήρχε τελικά
καπιταλισμός; Στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, όταν οι Βρετανοί
κατέκτησαν ολοκληρωτικά την Ινδία, κατέλαβαν τεράστιους θησαυρούς: πολύτιμους
λίθους, χρυσό, και έγιναν ιδιοκτήτες φυτειών βαμβακιού. Ακριβώς αυτή η λεηλασία
της Ινδίας, σε συνδυασμό με τις «αρετές» της προτεσταντικής πουριτανικής ηθικής
— εργασία και εξοικονόμηση — δημιούργησε μια ασυνήθιστη έκρηξη επιχειρηματικής
δραστηριότητας στη Μεγάλη Βρετανία (Θησαυροί + πρώτες ύλες). Οι λεηλατημένοι
θησαυροί και οι πρώτες ύλες έκαναν δυνατή τη Βιομηχανική Επανάσταση.
Ας θυμηθούμε ότι τα πρώτα «καπιταλιστικά»
εργοστάσια στην Αγγλία ήταν αργαλειοί. Τι έσπαγαν και κατέστρεφαν οι
«Λουδίτες»; Σωστά! Μηχανές. Και πιο συγκεκριμένα αργαλειούς. Γιατί οι αργαλειοί
στέρησαν τον μισθό από τους τεχνίτες-υφαντές. Όλες αυτές οι πληροφορίες
διδάσκονταν κάποτε στα σοβιετικά σχολικά εγχειρίδια ιστορίας. Παρέχονταν
αναλυτικά, γιατί αφορούσαν τον ιδιαίτερα πολύτιμο και πολυαγαπημένο
καπιταλισμό. Χωρίς τον οποίο ο μαρξισμός δεν μπορεί να υπάρξει.
Ο Μαρξ ήταν υπέρ-μοντέρνος, υπερβολικά σύγχρονος.
Ακόμα και βιαστικός. Στο «Κεφάλαιο» περιέγραψε ένα φαινόμενο που δεν υπήρχε καν
ακόμη στην Αγγλία. Υπήρχαν μόνο τα αρχικά του στοιχεία. «Ο Μαυριτανός» — όπως
τον έλεγαν οι συγγενείς του λόγω του ελαιώδους δέρματός του — ήταν, λόγω της
ψυχοσύνθεσής του, φορέας ενός «μαύρου» ρομαντισμού. Δεν είναι το «Κομμουνιστικό
Μανιφέστο» του 1848 ένα ρομαντικό έργο; «Ένα φάντασμα πλανάται στην Ευρώπη — το
φάντασμα του Κομμουνισμού…» Τα φαντάσματα έχουν την τιμητική τους στη ρομαντική
λογοτεχνία· το γοτθικό μυθιστόρημα βρίθει φαντασμάτων.
Δεν πρόκειται να χλευάσω τον σοβαρό
μελετητή-θεωρητικό Μαρξ. Κάτι το οποίο, όντως ήταν, καθ’ όλη του τη ζωή. Αυτό
που θέλω να πω είναι ότι ο Κάρολος Μαρξ ήταν πολύ βιαστικός στην «ανακάλυψη»
του καπιταλισμού. Στην πραγματικότητα, ο καπιταλισμός ως κοινωνικο-οικονομικό
φαινόμενο που αξίζει προσοχής, εμφανίστηκε μετά τον θάνατο του Μαρξ. Και
ουσιαστικά ακόμη μεταγενέστερα — μετά την επιτυχία της Ρωσικής Επανάστασης, που
πραγματοποιήθηκε υπό τη σημαία του μαρξισμού. Τότε συνειδητοποίησε ο κόσμος ότι:
ο καπιταλισμός είναι υπαρκτός. Χωρίς την καταλυτική επιτυχία της Ρωσικής
Επανάστασης, όλη η δραστηριότητα του Μαρξ, όλες οι συνάξεις του, οι διεθνείς
οργανώσεις του (ξέρουμε εντός ποιου πλαισίου λάμβαναν χώρα, με 30-40 φίλους του
να καταφθάνουν από διάφορες χώρες) - θα ήταν τόσο εκκωφαντικές, όσο ο θόρυβος ποντικών
που τρέχουν. Λες και δεν είχαν ιδρυθεί αρκετές λέσχες, οργανώσεις και κόμματα
τον 19ο αιώνα!
Μερικές φορές οι ιστορικοί, διστακτικά,
ψιθυρίζουν ότι η Ρωσία δεν ήταν μία αναπτυγμένη καπιταλιστική χώρα, ότι το
προλεταριάτο της δεν ήταν πολυάριθμο τη στιγμή της επανάστασης. Αλλά, με
συγχωρείτε, ο Πρώτος Προλετάριος ήταν γεγονός, παρ’ όλους τους παραπάνω κανόνες
- παραβιάζοντας, μάλιστα, όλους τους παραπάνω κανόνες! Και, βέβαια, το γεγονός
του «Πρώτου Προλετάριου» συνέβη σε μια χώρα που ο Μαρξ δεν συμπαθούσε καθόλου.
Πιθανώς, επειδή στους λονδρέζικους κύκλους των μεταναστών συναντούσε πάντα τον γεμάτο
ενέργεια, γεμάτο ζωή Ρώσο αριστοκράτη - τον αναρχικό Μπακούνιν. Ίσως, από τις
αντιπαραθέσεις με τον Μπακούνιν, από τους καβγάδες μαζί του, ο Μαρξ διαμόρφωσε
την αιχμηρή του άποψη για τους Ρώσους: «Ένα μείγμα ψυχολογίας δούλου και,
συνάμα, Μογγόλου κατακτητή».
Σήμερα,
πολλοί αιφνιδιάζονται από το γεγονός ότι η πρώτη κοινωνική επανάσταση συνέβη σε
μια όχι και τόσο καπιταλιστική χώρα. Υπάρχουν κάποιες θεωρίες που υποστηρίζουν
ότι η Ρωσική Επανάσταση του 1917 ήταν ουσιαστικά μια αστική επανάσταση, όμως,
αν το πρώτο της στάδιο — η Φεβρουαριανή Επανάσταση — ήταν μια κλασική μπουρζουάδικη
επανάσταση, τότε τον Οκτώβριο η εξουσία καταλήφθηκε από μια ριζοσπαστική σέκτα,
παρόμοια με αυτή των Ιακωβίνων.
Ήδη γνωρίζουμε ότι όλες οι επαναστάσεις
γίνονται από άτομα που παρεκκλίνουν του καθιερωμένου. Επομένως, το ερώτημα για
το «ποιοι την έπραξαν» παύει να έχει σημασία. Υπό την αιγίδα ποιας σημαίας το
έκαναν, επίσης μας είναι γνωστό. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι το γεγονός, ότι
η Ρωσία δεν ήταν καπιταλιστική χώρα το 1917. Η εξουσία ανήκε στον τσάρο, το
κοινωνικό καθεστώς χαρακτηριζόταν ως «απολυταρχικό» και οι Ρώσοι εργοστασιάρχες
και έμποροι, παρόλο που ήταν πλούσιοι, δεν κατείχαν την εξουσία. Η πλειοψηφία
του πληθυσμού αποτελούνταν από φτωχούς χωρικούς - τελεία και παύλα.
Εμφανίζεται, λοιπόν, το ερώτημα: ποιες χώρες
ήταν καπιταλιστικές, δηλαδή, πού κυριαρχούσε το κεφάλαιο, οι τράπεζες ή η
βιομηχανία; Η απάντηση: Στην εποχή του Μαρξ δεν υπήρχαν τέτοιες χώρες στον
πλανήτη. Ούτε στην εποχή του Λένιν. Ο συνδυασμός χυτηρίου-χαλυβουργίας της
Krupp ήταν σημαντικός στις εποχές του Γουλιέλμου Α’ και Γουλιέλμου Β’ στη
Γερμανία, αλλά η Krupp δεν κυβερνούσε τη Γερμανία. Και στην Αγγλία, στην οποία
πραγματοποιήθηκε η βιομηχανική επανάσταση, τον 18ο αιώνα, όταν
λεηλατήθηκε η Ινδία, και τον 19ο αιώνα, όταν οι καμινάδες των εργοστασίων
έπνιγαν τα πάντα στον καπνό, υπήρχε κοινοβουλευτική μοναρχία. Οι καπιταλιστές
δεν κυβερνούσαν. Δηλαδή, ο Μαρξ προχώρησε μπροστά από την εποχή του. Και ο
Λένιν απέδειξε την ύπαρξη του καπιταλισμού ως κοινωνικού συστήματος. Καθώς, ο μαρξιστικός
σοσιαλισμός του έπρεπε να νικήσει κάποιον. «Ρίξαμε την απολυταρχία και τον
καπιταλισμό», είπαν οι Μπολσεβίκοι. Ρίξανε την απολυταρχία, αλλά καπιταλισμός
δεν υπήρχε.
Το 1997, αν δεν κάνω λάθος, στο κέντρο Τύπου
της Πινακοθήκης Τρετιακόφ, διεξήχθη συνάντηση με τον Τζορτζ Σόρος. Η συνάντηση της
κεφαλαιαγοράς και του «Ινστιτούτου Ανοιχτής Κοινωνίας», υπό την ηγεσία αυτού
του εκκεντρικού Αμερικανού φιλανθρώπου. Πήγαμε εκεί με τον Ντούγκιν, εμφανιζόμενοι
και οι δύο, αφού είχαμε δηλώσει προηγουμένως τη συμμετοχή μας. Η παρουσία, όπως
και η εμφάνισή μας, είχαν συζητηθεί εκ των προτέρων με τους βοηθούς του Σόρος
στη Ρωσία, και ο ίδιος ο Σόρος ενημερώθηκε πως: θα έρθουν δύο επικίνδυνοι
επαναστάτες. Θα μπορούσε να είχε πει: «Για όνομα του Θεού, όχι!» Αλλά είπε - «ας
έρθουν».
Ω, πόσο πολύ ζωντάνεψε και τις δύο φορές που
εμφανιστήκαμε. Από το πουθενά, λες και ήταν μισοκοιμισμένος λίγο πιο πριν,
ξύπναγε ξαφνικά και έφτιαχνε την πολυθρόνα του, καθόταν ευθυτενώς, ίσιωνε τα
γυαλιά του, και τα τοποθετούσε προσεκτικά στη μύτη του. Χαμογελούσε και ήταν
όλος αυτιά. Από τους σαράντα οκτώ παρουσιαστές ενδιαφερόταν μόνο για τους
αντιπάλους του -για εμάς τους δύο δηλαδή. Όλοι οι άλλοι παρουσιαστές είχαν
ευνοηθεί από τον ίδιο, καθώς ήταν είτε υπάλληλοι του «Soros Fund» στη Ρωσία
είτε διανοούμενοι που είχαν λάβει άμεση βοήθεια από αυτόν. Δίπλα του καθόταν ο
Πίτερ Άβεν, πρώην υπουργός, επικεφαλής της χρηματοοικονομικής ομάδας «Alpha».
Όταν μιλούσα, έβλεπα ξεκάθαρα -μπροστά στα
μάτια μου- έναν νεκρό να ζωντανεύει! Η «Ανοιχτή Κοινωνία» του Σόρος απαιτούσε
άνθρωποι σαν εμένα να εξαφανιστούν. Όταν δεν υπάρχει κάποιος στον ρόλο του
εχθρού η ζωή φαίνεται βαρετή και αποκρουστική και κανείς δεν μπορεί να νιώσει την
πληρότητα του είναι του. Ο Σόρος ήταν χαρούμενος που υπήρχα και, από τη δεύτερη
σειρά, κοιτάζοντάς τον μέσα από τα παχιά γυαλιά του, του ανέφερα δυσάρεστα - για
αυτόν - πράγματα.
Τα χοντρά γυαλιά, η άτσαλη, κακή χρήση της
αγγλικής γλώσσας, η μύτη που παρέπεμπε σε πατάτα αυτού του
καπιταλιστή-δισεκατομμυριούχου, μου θύμισαν τον πρώτο μου εκδότη -έναν Ρουμανο-Εβραίο,
τον Ντέιβιντ Ντάσκαλ. Το 1979, στη Νέα Υόρκη, ο Ντάσκαλ αποφάσισε να εκδώσει το
πρώτο μου μυθιστόρημα στα ρωσικά. Εξερευνητές και κατακτητές, αλαζονικοί,
περίεργοι - η διαφορά τους ήταν μόνο το ποσό των δολαρίων που είχαν βγάλει. Κατακτητές
από την Ανατολική Ευρώπη που ήρθαν τη δεκαετία του ’50 και απευθύνθηκαν στους Γιάνκηδες,
που είχαν ήδη γίνει τεμπέληδες, προσπερνώντας τους γρήγορα.
Ας επιστρέψουμε όμως στον σοσιαλισμό και τον
καπιταλισμό. Στο τελευταίο του βιβλίο, ο Σόρος — φιλάνθρωπος και άνθρωπος της
αγοράς, και όπως λένε, τολμηρός και επιθετικός κερδοσκόπος, καταστροφέας της
νομισματικής σταθερότητας της Ινδονησίας, μιας ολόκληρης χώρας — εμφανίζεται
ξαφνικά ως ένας, σχεδόν, εχθρός του καπιταλισμού, εκφράζοντας αμφιβολίες για αυτόν.
(Ασφαλώς και δεν μπορεί να δοθεί παραπομπή από το βιβλίο του Σόρος. Χθες,
ο υπεύθυνος της μονάδας απομόνωσης αρνήθηκε να μου προσκομίσει μια λάμπα
γραφείου, την οποία είχα αιτηθεί να μου φέρουν απ’ έξω). Εν πάση
περιπτώσει, ο ίδιος αποκαλεί εαυτόν ως εχθρό του καπιταλισμού που αναπτύχθηκε
στην Ρωσία. Ταυτόχρονα, ο φιλάνθρωπος σπαταλά εκατομμύρια δολάρια (εκατοντάδες εκατομμύρια
για επιστημονικές έρευνες) για να υποστηρίξει τη δραστηριότητα Ρώσων
επιστημόνων, όπως και την έκδοση ρωσικών εγχειριδίων που εξηγούν στους μαθητές το
τι συμβαίνει στον κόσμο, πάντα σύμφωνα με τον Σόρος. Πρόκειται για ένα άτομο με
κολοσσιαία μεγαλομανία και με επιθυμία επιβολής στον κόσμο. Αλλά, και με μία
αστείρευτη πηγή χρημάτων, που κάνουν την επιθυμία του πραγματικότητα.
Στο τέλος εκείνης της συνέντευξης Τύπου, ο
Σόρος απευθύνθηκε στους ακροατές με μια ομιλία. Κοιτάζοντάς με. Γιατί εγώ, πιο
απειθής από τον Ντούγκιν, του είπα ότι είναι ο εχθρός μας και ότι θα τον
πολεμήσουμε. Ο Σόρος μιλούσε σαν τον Ζουγκάνοφ. Στην ομιλία του, όλη η ορολογία
ήταν σοσιαλιστική, Μαρξιστική, όπως και στο λεξικό Petit Robert. Ο Πίτερ Άβεν μειδιούσε
και χαιρόταν στον ρυθμό της ομιλίας του, καθώς τα μάτια του έλαμπαν μέσα από τα
σκούρα χοντρά γυαλιά του - παρόμοια με αυτά του Σόρος. (Εδώ, μυστηριωδώς,
σαν κατόπιν κάποιας εντολής, το «Ρωσικό Ραδιόφωνο» δήλωσε ότι ο Σόρος είχε
εμφανιστεί σε συνέντευξη Τύπου στη Μόσχα και, αγανακτισμένος, κουνούσε
επιδεικτικά την εγκύκλιο της Ακαδημίας Επιστημών, η οποία υποχρεώνει τους
επιστήμονες να διατηρούν τα μυστικά τους κατά τις επαφές με ξένους).
Ακόμη το 1993, κατά τις εκλογές στην περιοχή
Τβερ για την 172η εκλογική περιφέρεια, απαντούσα στις ερωτήσεις των
ψηφοφόρων: είμαι υπέρ της ιδιωτικής ιδιοκτησίας ή κατά; Δεν απάντησα με ένα
σύντομο «ναι» ή «όχι», αλλά δήλωσα ότι είμαι υπέρ της αποτελεσματικής μορφής
ιδιοκτησίας. Είναι σημαντικό το εργοστάσιο ή η βιομηχανία να αποφέρει κέρδη,
ώστε οι εργάτες να έχουν καλή αμοιβή και η κυβέρνηση να εισπράττει τους φόρους
της και το ποιος είναι ο ιδιοκτήτης — αν είναι ένα άτομο, ένα συλλογικό σώμα
εργατών ή πλειοδότες — είναι αδιάφορο. Ακόμη και σήμερα, πιστεύω το ίδιο όσον
αφορά αυτά τα γκρίζα, μπετονένια (ή παλιά τούβλινα) κτίρια, τα οποία, συνήθως,
βρίσκονται στα προάστια της πόλης, και ονομάζονται εργοστάσια ή βιομηχανίες.
Στη νιότη μου έδωσα ένα κομμάτι της ζωής μου — έκοβα, φόρτωνα, μετέφερα μέταλλα
και μεταλλεύματα σε τέτοια κτίρια — γι’ αυτό τα ξέρω πολύ καλά. Κανείς δεν θα
πήγαινε εκεί εκουσίως· ούτε στη ζέστη, ούτε στο κρύο, της χημικής δυσωδίας και
των ρευμάτων του αέρα. Συνεπώς, αυτό που πρέπει να συζητηθεί δεν είναι το
ζήτημα της ιδιοκτησίας (αν οι επιχειρηματικές δραστηριότητες ανήκουν σ’ εκείνον
τον κύριο με τα ριγέ παντελόνια ή σ’ αυτά τα δεκάδες παιδιά με τα τζιν), αλλά
το ζήτημα είναι να απαλλαγεί η ανθρωπότητα από αυτή τη βρωμιά των εργοστασίων
και των βιομηχανιών.
Ήδη, το 1988 στο Πειθαρχικό Σανατόριο είχα γράψει για τα προβλήματα οικολογίας - προέβλεψα ακόμη και την εμφάνιση ριζοσπαστικών
οικολογικών ομάδων που θα υπερασπίζονταν τις πεποιθήσεις τους με όπλα στα
χέρια. Αν και τέτοιες επιθετικές ομάδες δεν έχουν ακόμη καταγραφεί από τις
κυβερνήσεις ή τα ΜΜΕ, είμαι βέβαιος για την πρόβλεψή μου. Επίσης, είμαι βέβαιος
ότι το ερώτημα της μορφής ιδιοκτησίας των επιχειρήσεων, εργοστασίων και
βιομηχανιών, των μέσων παραγωγής, όχι μόνο παύει να είναι επαναστατικό (όπως
ανέφερα παραπάνω, σήμερα κανείς δεν φωνάζει «εργοστάσια στον λαό!») αλλά έγινε,
πλέον, και ένα τυπολατρικό, χωρίς νόημα ερώτημα. Αυτό δεν προκαλεί έκπληξη. Τα
ανθρώπινα ήθη πάντα αλλάζουν. Οι Νόμοι του Μανού τιμωρούσαν με θάνατο την
παράνομη μετακίνηση της οριακής λίθου, δηλαδή του σημαδιού που όριζε τα σύνορα.
Σήμερα τέτοια προβλήματα λύνονται με ανταλλαγή προσβολών στις αγροτικές
διοικήσεις, και τίποτα παραπάνω.
Η αντιπαράθεση του καπιταλισμού με τον
σοσιαλισμό από την αρχή ήταν ένα μύθευμα, εφευρεμένο από τον καθηγητή Μαρξ, με
βάση την ήδη υπάρχουσα οικονομική πραγματικότητα συν έναν κουβά φαντασιοπληξίας.
Στην πραγματικότητα, ο πρακτικός κατακτητής Μαρξ, χρειάστηκε μια επαναστατική
τάξη (ή έναν εκλεκτό λαό - που ουσιαστικά είναι το ίδιο). Διότι, το να βγεις
απλώς από την έρημο, είναι κοινότοπο, και δεν θα εκπλήξει κανέναν. Αλλά, το να βγάλεις
έναν ολόκληρο λαό από την έρημο - αυτό είναι κατόρθωμα.
Είναι σαφές ότι το προλεταριάτο - οι μισθωτοί
εργάτες - όταν εμφανίστηκε για πρώτη φορά, ήταν κακοπληρωμένο και ζούσε φρικτά.
Ήταν, όμως, εξίσου σαφές ότι αυτό ήταν ένα προσωρινό πρόβλημα, δεδομένου ότι
όλα τα ζητήματα αυτού του είδους (υψηλότερος μισθός, περισσότερες ώρες ωρών
εργασίας κλπ) μπορούν να λυθούν, και πράγματι λύνονται, με την τριβή των
σχέσεων. Αυτό που βοήθησε τους εργάτες στη Δύση να έχουν καλύτερη ζωή ήταν,
στην πραγματικότητα, η «προλεταριακή» επανάσταση στη Ρωσία. Αυτή άρχισε να
ασκεί έντονη πίεση στις συνειδήσεις των δυτικών εργοδοτών και των κυβερνήσεων
των ευρωπαϊκών χωρών. Και εκείνοι προσπάθησαν με όλες τους τις δυνάμεις να μην
οδηγήσουν τους μισθωτούς εργάτες στα άκρα. Διαφορετικά θα ξεσπούσε προλεταριακή
επανάσταση.
Είναι ενδιαφέρον να συγκρίνουμε τα συνθήματα
των Γάλλων εργατών και φοιτητών τον Μάιο του 1968. Οι εργάτες εμφανίστηκαν με λακωνικά
συνθήματα: «40», «60», «1000». Το σύνθημα είχε σωστό ύφος και συγκάλυπτε την
άνοστη χοντροκοπιά και τις περιορισμένες απόψεις του να βλέπει κάποιος μόνο τα
όρια του μικρόκοσμού του. Είχαν κατά νου τη σαραντάωρη εργάσιμη εβδομάδα, τη
σύνταξη στα εξήντα και τον ελάχιστο μισθό των χιλίων φράγκων. Οι φοιτητές
πρόβαλαν ουσιαστικά ευφυή συνθήματα: «Ούτε Θεοί, ούτε αφέντες!», «Να είστε
ρεαλιστές, απαιτείστε το αδύνατο!», «Απαγορεύονται οι απαγορεύσεις!», «Η
φαντασία στην εξουσία!»
Την σημερινή εποχή, όταν τόσο ο Ζουγκάνοφ όσο
και ο Σόρος χρησιμοποιούν τους ίδιους όρους περί ιδιοκτησίας, όταν κάποια
πολυεθνική εταιρεία ανήκει σε χιλιάδες πλειοδότες έτσι ώστε να θεωρείται
συλλογική ιδιοκτησία, τα όρια μεταξύ σοσιαλισμού και καπιταλισμού δεν υπάρχουν.
Δεν υπήρξαν ποτέ. Όπως δεν υπήρξε καπιταλισμός, έτσι τώρα δεν υπάρχει
σοσιαλισμός. Ο ευφυής «Μαυριτανός» (ο Μαρξ) εφηύρε μόνον την ορολογία. Και το
γεγονός ότι ο Λένιν είχε βγει νικητής υπό τη σημαία του μαρξισμού, θα έκανε
κάποιον να σηκώσει τους ώμους του αδιάφορα και να πει ότι: ένας ευφυής άνθρωπος
που παρεκκλίνει του καθιερωμένου, και που συγκέντρωσε ανεκτίμητο ανθρώπινο
υλικό υπό τις διαταγές του, θα είχε κερδίσει κάτω από οποιαδήποτε σημαία. Και
ακόμη ένα σχόλιο: έζησα στη Γαλλία για ενάμιση χρόνο υπό τον σοσιαλιστή
Μιτεράν. Η μόνη εμφανής διαφορά μεταξύ των δύο καθεστώτων ήταν ότι υπό τον
Ζισκάρ το «Figaro» εκτύπωνε επιμελώς στην τελευταία σελίδα εικόνες των δικαίως
αποκεφαλισμένων εγκληματιών. Υπό τους σοσιαλιστές εισήχθη μορατόριουμ στη
θανατική ποινή και οι εικόνες εξαφανίστηκαν.
Ένα ακόμη ενδιαφέρον γεγονός. Όπως φαίνεται
από τα διάφορα απομνημονεύματα που εκδόθηκαν τα τελευταία χρόνια, λίγοι από
τους συνεργάτες του Λένιν είχαν διαβάσει τον πρώτο τόμο του «Κεφαλαίου» μέχρι
τέλους. Μαθαίνοντάς το, χάρηκα, γιατί πάντα υποψιαζόμουν ότι δεν το είχαν
κάνει. Αυτοί οι εξαντλητικοί διανοητικοί υπολογισμοί του καθηγητή Μαρξ δεν τους
ήταν απαραίτητοι, καθώς ήταν άνθρωποι της δράσης. Αυτό που χρειάζονταν ήταν μια
συναρπαστική, όμορφη σημαία και μερικά συνθήματα. Τι μπορεί να είναι πιο
συναρπαστικό από μια κόκκινη σημαία;
Γιατί εκφυλίστηκαν τα κομμουνιστικά και σοσιαλιστικά κόμματα; Διότι λειτουργούν με τα ίδια θεωρητικά σχήματα των φιλελεύθερων (κομμάτων) και έχουν κοινούς στόχους. Αλλά αν οι ιδεολογικοί μας εχθροί κηρύττουν την παραγωγικότητα της εργασίας, τότε είναι ηλίθιο να κηρύττεις την ακόμα μεγαλύτερη παραγωγικότητά της. Γνωρίζοντας, μάλιστα, με βεβαιότητα ότι κάτι τέτοιο τους συμφέρει, καθώς πλέον μιλάμε για μηχανοποιημένη παραγωγικότητα. Κάποιος πρέπει να κηρύξει κάτι διαφορετικό. Κάτι τελείως, μα τελείως διαφορετικό. Την αλληλεγγύη μεταξύ των ανθρώπων, την ελευθερία του ανθρώπου από την μηχανοποιημένη εργασία. Την ελευθερία στον έρωτα. Το δικαίωμα στον πόλεμο.
Λιμόνκα №1 (Απρίλιος 2004)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου