Εαρινό ταξίδι στην Κέρκυρα
του
Αριστείδη Χριστοφοράκη
Όλοι γνωρίζουν ότι η Κέρκυρα, πέρα από ένα
πανέμορφο νησί, είναι και ένας από τους καλύτερους προορισμούς για μια εαρινή
εκδρομή. Η ιδιαίτερη αρχιτεκτονική της πόλης, μαζί με τα ήθη και έθιμα του νησιού,
συνδυάζονται άψογα και δημιουργούν μια ατμόσφαιρα που ταιριάζει με την άνοιξη
και προσδίδει ένα κατανυκτικό αποτέλεσμα ιδίως αν τύχει να βρεθεί κανείς στο
νησί των Φαιάκων κατά τις ημέρες των Αναστάσιμων εορτασμών.
Βρέθηκα στην Κέρκυρα πριν λίγο καιρό, κατά τις
μέρες της Μεγάλης Εβδομάδας.
Οι ξένοι τουρίστες ήταν τουλάχιστον
τριπλάσιοι σε σχέση με τους Έλληνες. Να ήταν άραγε η διαφορά αισθητικών
κριτηρίων; Ή μήπως η διαφορά οικονομικών δυνατοτήτων; Ή πάλι η εδώ και δυο
αιώνες ενστάλαξη της ταξιδιωτικής νοοτροπίας στους δυτικοευρωπαίους, ο λόγος
που έκανε την διαφορά; Το πιθανότερο είναι να ισχύουν και τα τρία.
Μόνο εκτός της Κέρκυρας έγινε εφικτό να
βρούμε διαθέσιμα δωμάτια σε λογική τιμή ενώ και το ταξίδι ήταν κουραστικό και
μόνο όταν φτάσαμε στα δωμάτια τελείωσε η περιπέτεια του ταξιδιού. Η πραγματική
περιπέτεια, όμως, θα ξεκινούσε την επόμενη ημέρα.
Το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής μεταβήκαμε στην
πόλη, για βόλτα και εξερεύνηση. Εκεί συναντήσαμε πολύ κόσμο, γεγονός που
προδιέθετε τον «πανζουρλισμό» που θα αντιμετωπίζαμε αργότερα μέσα στη μέρα.
Τριγυρίζοντας μέσα στα καντούνια νιώθαμε ότι είχαμε βρεθεί σε κάποια άλλη πόλη
ή εποχή, καθώς μαγεμένοι όπως ήμασταν από την αρχιτεκτονική των κτιρίων, τους
πανέμορφους ναούς των καθολικών και των ορθοδόξων κατοίκων του νησιού, τα
πολλαπλά αγάλματα των ηρώων και των εθνεγερτών, η παρουσία τόσου κόσμου δεν μας
επηρέαζε και τόσο.
Δυστυχώς δεν καταφέραμε να επισκεφτούμε το
Βυζαντινό και το Ενετικό φρούριο της πόλης, όμως επισκεφτήκαμε το αρχαιολογικό
και το βυζαντινό μουσείο. Στη συνέχεια, με δυσκολία λόγω κόσμου, καταφέραμε να
δοκιμάσουμε τοπικά φαγητά και εδέσματα. Καθώς έφτανε η νύχτα η κατάσταση γινόταν
όλο και περισσότερο αποπνικτική, με όλο και περισσότερο κόσμο να καταφτάνει με
ορμή, προκειμένου να καταφέρει να βρει μια καλή θέση, έτσι ώστε να παρακολουθήσει
τις λειτουργίες και να ακολουθήσει κάποιον επιτάφιο. Οι φιλαρμονικές ορχήστρες
της πόλης, ήδη είχαν ξεκινήσει να πηγαίνουν προς τα σημεία συνάντησής τους.
Γενικότερα, οι επιτάφιοι κάθε εκκλησίας έχουν
συγκεκριμένη ώρα που ξεκινούν την περιφορά τους, ακολουθούμενοι είτε από κάποιο
σχολείο, πρόσκοπους, χορωδιών, διαφόρων μουσικών σωμάτων αλλά και στρατιωτικά
σώματα, κυρίως του Πολεμικού Ναυτικού. Η Κέρκυρα είναι πραγματικά στο πόδι
τέτοιες μέρες. Το θρησκευτικό βίωμα συνοδεύεται από λαϊκή πλημμυρίδα και
αισθητική ποιότητα. Μια ολιστική προσέγγιση με παραδοσιοκρατικά γνωρίσματα
είναι προφανώς εγγεγραμμένη στην κουλτούρα του τόπου.
Οι φιλαρμονικές ορχήστρες της Κέρκυρας
έπαιζαν η κάθε μια τα δικά της κλασικά έργα σε διασκευές. Η Φιλαρμονική
Εταιρεία Κέρκυρας («Παλαιά ή οι Κόκκινοι, λόγω της στολής τους»), έπαιζε το
Adagio του Albinoni, η Φ. Ε. Μάντζαρος («Μπλε») έπαιζε τη Marcia Funebre
του Verdi καθώς και την πένθιμη ελεγεία, Sventura του Mariani και τέλος η Φ. E.
Καποδίστριας έπαιζε το Πένθιμο Εμβατήριο του Chopin. Τελικός προορισμός
όλων των επιταφίων είναι η πλατεία Ενώσεως και η πλατεία Σπανιάδα που
βρίσκονται μπροστά από το Παλαιό Φρούριο, στο λιμάνι. Αξιοσημείωτο είναι και το
γεγονός ότι στην Κέρκυρα κάθε χρόνο το Ορθόδοξο με το Καθολικό Πάσχα,
εορτάζονται πάντα από κοινού την ημέρα του Ορθόδοξου Πάσχα, ως κλίμα ενότητας
μεταξύ των Ελλήνων του νησιού, ασχέτως της θρησκείας τους.

Προσπαθήσαμε να ακολουθήσουμε την περιφορά
του επιταφίου που ακολουθούνταν από τους Κόκκινους, επειδή βρισκόμασταν
κοντύτερα σε αυτούς. Όμως δεν καταφέραμε να κρατήσουμε την απόσταση που θέλαμε,
λόγω της μαζικής συμμετοχής των συμμετεχόντων στο θρησκευτικό τελετουργικό.
Παρόλα αυτά απολαύσαμε την μουσική, η οποία υπήρχε παντού γύρω μας και η
ατμόσφαιρα ήταν κατανυκτική και μυσταγωγική. Ένα υπερθέαμα που παρέπεμπε σε
άλλες εποχές. Το σχεδόν συντονισμένο αργό βήμα του κόσμου, σε συνδυασμό με την
μουσική, τη μυρωδιά του λιβανιού και των ανθών, και το απαλό σκοτάδι που
έσφιγγε τα στενά σοκάκια της Αρχόντισσας του Ιονίου, συνέθεταν ένα κλίμα που
δεν θα φύγει ποτέ από τις αναμνήσεις μας.
Την επόμενη ημέρα, του Μεγάλου Σαββάτου,
βρεθήκαμε πάλι νωρίς στην πόλη, για να βρούμε μια καλή θέση, έτσι ώστε να
παρακολουθήσουμε από κοντά το έθιμο των Μπότηδων. Χάσαμε, βέβαια, το έθιμο του
Σεισμού μετά την Ανάσταση του Κυρίου, που πραγματοποιείται στον Ι.Ν. Υπεραγίας
Θεοτόκου Φανερωμένης (ή αλλιώς Παναγία των Ξένων), στην Πλακάδα του Αγίου,
διότι γίνεται στις 6:00 το πρωί. Στις 9:00 ξεκινάει η Λιτάνευση του Ιερού
Σκηνώματος του Αγίου Σπυρίδωνος και η περιφορά του Επιταφίου του Ιερού Ναού
Του. Πρόκειται για την αρχαιότερη λιτανεία του Αγίου, που πραγματοποιείται σε
ανάμνηση της θαυματουργικής απαλλαγής του νησιού από τη σιτοδεία, πιθανόν το
έτος 1553. Κατά την παλαιότατη παράδοση, επειδή το πρωί του Μ. Σαββάτου
συνεχίζεται το πένθος της Μ. Παρασκευής, περιφέρεται και ο Επιτάφιος του Ι.Ν.,
ενώ είναι αξιοσημείωτο ότι ο Άγιος Σπυρίδων λιτανεύεται σε θέση προεξάρχοντος Επισκόπου,
δηλαδή προηγείται του Επιταφίου, ακολουθώντας τη βυζαντινή λατρευτική τάξη και ιδιαίτερα
εκείνη της Βασιλεύουσας. Στην περιφορά συμμετέχουν οι μπάντες και των τριών
Φιλαρμονικών της πόλης, οι οποίες αποδίδουν τη διασκευή του πένθιμου εμβατηρίου
από την όπερα Amleto του Ιταλού συνθέτη Franco Faccio, από την Παλαιά ορχήστρα,
το πένθιμο εμβατήριο Calde Lacrimae του επίσης Ιταλού συνθέτη de Michellis από
την Μπλε ορχήστρα και τη διασκευή του πένθιμου εμβατηρίου από την Ηρωική
Συμφωνία του Beethoven από την ορχήστρα Καποδίστριας.

Το σκήνωμα του Αγίου Σπυρίδωνος, μετά τη
λιτάνευσή Του στην πόλη, τοποθετείται στη θύρα για τριήμερο προσκύνημα.
Πρόκειται για μια επίσης παλαιότατη παράδοση, που πιθανότατα έχει τις ρίζες της
στην Κωνσταντινούπολη, όταν ακόμη βρισκόταν το σκήνωμα του Αγίου στον εκεί Ιερό
Ναό των Αγίων Αποστόλων. Μάλιστα, στα χρόνια της Βενετοκρατίας, οι μέρες που
ήταν «ο Άγιος στη θύρα», θεωρούνταν μέρες ασυλίας.
Στις 11:00 μετά το πέρας της λιτανείας,
τελείται ο Εσπερινός της Αναστάσεως στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό και κανονικά,
όταν ο Μητροπολίτης ψάλλει τον στίχο «Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν» οι
καμπάνες όλων των εκκλησιών της πόλης σημαίνουν χαρμόσυνα και από τα μπαλκόνια
των σπιτιών οι κάτοικοι ρίχνουν τα παλιά πήλινα δοχεία. Πρόκειται για το έθιμο
της Πρώτης Ανάστασης με τη ρίψη των Μπότηδων. Οι ρίζες αυτής της
συνήθειας είναι πολύ παλιές. Ίσως με τον κρότο από το σπάσιμο να συμβολίζεται η
νίκη της ζωής επί του θανάτου. Οι Κερκυραίοι σε αυτήν την τοπική παράδοση
αποδίδουν χριστιανικό περιεχόμενο, αναπαριστώντας αλληγορικά τον Αναστάσιμο
λόγο του προφήτη «ἵνα συντρίψω αὐτούς, ὡς σκεύη κεραμέως».
Ταυτόχρονα, όπως μας πληροφόρησαν κάτοικοι
του νησιού, στην περιοχή της Πίνιας, στο παλαιό εμπορικό κέντρο της πόλης,
τα τελευταία χρόνια αναβίωσε το έθιμο της Μαστέλας. Σ’ ένα στολισμένο με
μυρτιές και κορδέλες βαρέλι γεμάτο νερό, οι περαστικοί ρίχνουν κέρματα,
κάνοντας μια ευχή. Με την αναγγελία (κωδωνοκρουσίες) της πρώτης Ανάστασης, ο
πρώτος που βουτάει στη Μαστέλα λαμβάνει και το περιεχόμενό της, δηλαδή τα
κέρματα.
Μετά το πέρας των εκδηλώσεων, αποφασίσαμε να
επισκεφτούμε το Αχίλλειο Ανάκτορο. Αν και για κακή μας τύχη, το κτίριο δεν ήταν
επισκέψιμο λόγω εργασιών συντήρησης που γίνονται τα τελευταία χρόνια,
αρκεστήκαμε στην επίσκεψη του γύρω χώρου, όπου είναι απαράμιλλής ομορφιάς και
γεμάτο περίτεχνα αγάλματα των Μουσών καθώς και διαφόρων άλλων από την μυθολογία
μας. Φυσικά, ξεχωρίζει το γιγάντιο άγαλμα 15μ του Αχιλλέα, καθώς και ο Αχιλλέας
Θνήσκων.

Αφού ξεκουραστήκαμε για λίγο ετοιμαστήκαμε
για την Ανάσταση. Για ακόμα μια φορά βρεθήκαμε από νωρίς στην πόλη προκειμένου
να παρακολουθήσουμε από κοντά την αναστάσιμη λειτουργία, αλλά αυτή τη φορά
αποφασίσαμε να εκμεταλλευτούμε την ευκαιρία και να παρακολουθήσουμε την
Καθολική λειτουργία στον Καθεδρικό Ναό των Καθολικών (Duomo), παρουσία
εκκλησιαστικού οργάνου και πολυφωνικής χορωδίας. Αν και ήταν ξένη σε μας αυτή η
τελετή, την απολαύσαμε δεόντως καθότι ήταν και αυτή εξίσου κατανυκτική και
μυσταγωγική. Στα μέσα του μυστηρίου, έγινε διακοπή, διότι κατέφτασε το άγιο φως
και ο καθολικός Μητροπολίτης το παρέλαβε από τον Ορθόδοξο αντίστοιχό του. Μετά
την παραλαβή του φωτός, ακολουθήσαμε την Ορθόδοξη πομπή προς το Πάλκο της Πάνω
Πλατείας. Εκεί είχαν συγκεντρωθεί οι 3 Φιλαρμονικές Ορχήστρες και καθώς ο
Μητροπολίτης έψελνε το Χριστός Ανέστη, αυτές έπαιζαν το εμβατήριο Γραικοί.

Την επόμενη ημέρα προσπαθήσαμε να δούμε λίγες
ακόμη από τις φυσικές και τις καλλιτεχνικές ομορφιές του νησιού, καθώς οι περισσότεροι
ντόπιοι και τουρίστες τιμούσαν δεόντως το έθιμο σουβλίσματος του αρνιού. Πέρα
από το παραδοσιακό ψήσιμο, γενικότερα το φαγητό της Κέρκυρας ήταν εξαιρετικό
και μοναδικό στην Ελλάδα και, παρά τις τσιμπημένες τιμές, δεν μετανιώσαμε γι’ αυτή
μας τη δαπάνη. Αν είχαμε μερικές ακόμη μέρες στην διάθεσή μας θα ήταν πολύ
καλύτερα. Η γιορτή της Ανάστασης δεν ενδείκνυται ως μέρα εξερεύνησης φυσικών
και αισθητικών θεαμάτων. Όμως, αυτή ήταν μια πολυτέλεια που δεν διαθέταμε.
Η εμπειρία του ταξιδιού στην Κέρκυρα αποτέλεσε
μοναδική εμπειρία που θα μείνει αξέχαστη. Παρά την μεγάλη κούραση και
ταλαιπωρία της μεγάλης απόστασης και κυρίως του άπειρου κόσμου, όπου όσο και να
σε προειδοποιούν για την ύπαρξη συνωστισμού, κανένας δεν μπορεί να σου
μεταφέρει την πραγματική εικόνα αυτής της έννοιας. Σαφώς σκοπεύω να επισκεφθώ
ξανά το νησί, ίσως σε μια εποχή που δεν θα υπάρχει υπερτουρισμός, γιατί δεν μπόρεσα
να απολαύσω στο μέγιστο ό,τι μπορεί να προσφέρει και, δυστυχώς, δεν κατάφερα να
επισκεφθώ όλους τους ιστορικούς χώρους και τα μουσεία.