Συνέντευξη του συγγραφέα Γιώργου Παπαδάκη
στον Χρήστο Νάστο


Είναι γνωστό πως ως πολυπράγμων άνθρωπος, δημιουργός και συγγραφέας, έχετε ασχοληθεί με διάφορα πεδία. Στην παρούσα συνέντευξη θα ήθελα να δώσουμε ιδιαίτερη έμφαση στην ενασχόληση σας με το Φανταστικό. Το 2005 παρουσιάσατε, λοιπόν, το εξαιρετικό «Οι δρόμοι του Φανταστικού» (εκδόσεις Οξύ), ένα γοητευτικό αμάλγαμα από διηγήματα και κείμενα σχετικά με την λογοτεχνία του Φανταστικού. Πείτε μας λίγα λόγια για την έκδοση αυτή. Είχε αποδοχή ανάλογη με την ποιότητα της; Είχατε κυκλοφορήσει προγενέστερα κάτι σχετικό; 

Κοιτάξτε, κύριε Νάστο, είναι γεγονός ότι το 2005 κυκλοφόρησαν «Οι δρόμοι του Φανταστικού». Θεωρώ ότι είναι μια σημαντική κατάθεση στον χώρο του φανταστικού, διότι περιλαμβάνει μια πληθώρα δοκιμίων και άρθρων από τους σημαντικότερους συγγραφείς του είδους. Είναι νομίζω η μοναδική θεωρητική κατάθεση σε αυτό το χώρο. (Είχε κυκλοφορήσει ένα ενδιαφέρον βιβλίο του σκηνοθέτη Παναγιωτάτου το 1981 από τις εκδόσεις Αιγόκερως, αλλά χωρίς μεγάλη θεματική ευρύτητα). Η αποδοχή ήταν αρκετά σημαντική από το κοινό, που εκτιμά τη φανταστική λογοτεχνία. Το βιβλίο αυτό περιέχει εκτός από δοκίμια και μελέτες, και αρκετά διηγήματα, δείγματα γραφής.



Δύο χρόνια αργότερα επιστρέψατε με την συλλογή διηγημάτων σας «Ακατονόμαστες εξομολογήσεις». Μία συλλογή με έντονα τα γοτθικά, βικτωριανά και τρομώδη στοιχεία της παλιάς –και κορυφαίας κατά το γράφοντα– σχολής. Είστε ευχαριστημένος από την αποδοχή αυτού του έργου σας; Τα διηγήματα του παρόντος βιβλίου γράφτηκαν σε μία ενιαία περίοδο ή δια μέσου των χρόνων; Δώστε μας κάποια επιπλέον στοιχεία σχετικά με αυτό το πραγματικά αξιόλογο βιβλίο. 

Και οι «Ακατονόμαστες εξομολογήσεις» πήγαν καλά. Ο στόχος ήταν να δοθούν διηγήματα, εποχής 19ου αιώνα, με στοιχεία ρομαντικού τρόμου καθώς και μια έμφαση στην ψυχολογία των ηρώων. Σε κάποια από τα διηγήματα οι γλωσσικές πινελιές, έντεχνα, υπήρξαν πιο εύληπτες ώστε τα αφηγήματα να διαβάζονται σαν παραμύθι. Είμαι ικανοποιημένος γιατί κάποιες ιστορίες είχαν ευνοϊκή υποδοχή από την κριτική, όπως το «Σπίτι» που απέσπασε και το μοναδικό βραβείο πεζογραφίας που δόθηκε από τον «φιλολογικό Σύλλογο Παρνασσό», το 2002. 

Έχετε κυκλοφορήσει κάτι άλλο –αυτόνομα ή ως μέρος κάποιου άλλου βιβλίου η περιοδικού– που να σχετίζεται άμεσα με το χώρο της Φανταστικής Λογοτεχνίας; 

Υπάρχουν κάποια ποιήματα, ρομαντικής γραφής που συνάδουν με το φανταστικό στην ποιητική μου συλλογή «Στο Λυκόφως των Καιρών». Επίσης ένα διήγημα τρόμου (Η Αρκούδα) στο Graphic Novel, «Τρόμος και Φαντασία» από τις εκδόσεις «Ψυχής τα Λαμπυρίσματα» το 2007. Επίσης το παιδικό παραμύθι (θεατρικό), «Οι Μικροί φυγάδες και το σπίτι στο δάσος», έχουν σαν βάση το φανταστικό.


Και τώρα μια κλασική, όσο και αγαπημένη μου ερώτηση: Τα 5 αγαπημένα σας μυθιστορήματα από τον ευρύτερο χώρο του Φανταστικού-τρόμου. Και κάποια σχόλια σας για το καθένα εξ αυτών! 

Είναι αρκετά τα έργα που μου αρέσουν. Διηγήματα και μυθιστορήματα. Θα αναφέρω φυσικά, του Έντγκαρ Άλλαν Πόε, «Η αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ», του Λάβκραφτ το «Σπίτι της Μάγισσας», του Ασίμωφ, «Εγώ το Ρομπότ», ο «Δράκουλας» του Στόουκερ, «Οι ύαινες» του Χόφμαν, «Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέυ» από τον Όσκαρ Ουάιλντ. Επίσης πολλά από τα έργα του Μπόρχες αλλά φυσικά και ο Κάφκα (με την ευρύτερη έννοια του φανταστικού). Φυσικά τα περισσότερα από αυτά τα μεγάλα έργα κρύβουν και κάποια αλληγορία πίσω από το φανταστικό «κέλυφος». 

Πολύ σημαντικά θεωρώ και τα 2 βιβλία που έχετε δημιουργήσει μαζί με τον αγαπητό φίλο και συγγραφέα Νίκο Νικολαίδη σχετικά με τα κόμικς. "Ο Μπλεκ και οι... άλλοι", (2007, Περιοδικός Τύπος Α.Ε.) και το "'70'ς-'80'ς Τα περιοδικά που αγαπήσαμε",(2012, Ιδιωτική Έκδοση). Πως νιώθετε για τα έργα σας αυτά λίγα χρόνια μετά; Προσωπικά αποτελούν από τις πλέον αγαπημένες μου εκδοτικές έρευνες σχετικά με τα κόμικς που αγαπάμε. 

Με τον εκλεκτό συγγραφέα και φίλο Νίκο Δημ. Νικολαίδη, δημιουργήσαμε πράγματι αυτά τα δυο βιβλία. Ειδικά το «Μπλεκ και οι άλλοι» ήταν μεγάλη εκδοτική επιτυχία, και αγαπήθηκε πολύ από το κοινό. Η βάση αυτών των δημιουργιών ήταν η νοσταλγία και το μεράκι και των δύο μας, καθώς και η αναβίωση μέσα από τα βιβλία αυτά των παιδικών και εφηβικών μας χρόνων. Αλλά όχι μόνο αυτό. Μέσα από τα βιβλία αυτά θέλαμε να περάσουμε το μήνυμα ότι τα comics, είναι κάτι σοβαρό και δεν πρέπει να απαξιώνονται, ευτυχώς από μια μερίδα διανοουμένων που αγνοούν την πολιτισμική προσφορά τους. 

Έχω αδιάψευστες(!) πληροφορίες πως ετοιμάζετε κάτι παρόμοιο και πολύ σημαντικό στο χώρο της κόμικ βιβλιογραφίας. Πείτε μας σχετικά με αυτό το νέο σας πόνημα. 

Πράγματι ετοιμάζουμε μαζί με το Γιώργο Βλάχο και τον Νίκο Νικολαίδη μια σημαντική δουλειά στις εκδόσεις του Λεωκράτη Ανεμοδουρά. Δεν θα ήθελα να πω περισσότερα μιας και είναι θέμα του εκδότη η όποια ανακοίνωση, αλλά θέλω να πιστεύω ότι μέσα στο Νοέμβριο, θα έχει ολοκληρωθεί. Θα είναι ένα «γεμάτο» βιβλίο μεcomics, καθώς και με πληροφορίες καινούργιες. Πιστεύω θα ενθουσιάσει όλους τους φίλους μας. 

Στο χώρο της πεζογραφίας του Φανταστικού, έχετε κάτι νέο στα σκαριά; Θα συνεχίσετε να ασχολείστε λογοτεχνικά, με το συγκεκριμένο ιδίωμα; 

Ο χώρος του φανταστικού είναι πολύ σημαντικός αλλά αποτελεί ένα μέρος των ενδιαφερόντων μου. Όχι, δεν έχω στα σκαριά κάτι, αλλά δεν αποκλείω κάτι στο μέλλον.


Γνωρίζω πως αυτή είναι μία μάλλον δύσκολη ερώτηση! Ποιους Έλληνες συγγραφείς του Φανταστικού ξεχωρίζετε; Και δε μιλώ φυσικά μόνο για το σήμερα, μα από την απαρχή του λογοτεχνικού είδους αυτού στη χώρα μας. Ποια η γνώμη σας για τη τριλογία της Υπερβορέας του Μ.Ν Αντωνόπουλου και του θρυλικού «Τάλως» του Στυλιανού Μωϋσίδη; 

Κοιτάξτε, είναι γνωστό ότι το συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος δεν έχει μεγάλη παράδοση στην Ελλάδα. Φυσικά υπάρχουν ταλαντούχοι συγγραφείς με αξιόλογα έργα όπως αυτοί που προαναφέρατε, αλλά δεν μπορούμε να μιλήσουμε για «ρεύμα», όπως στο εξωτερικό. Φυσικά ο Μάκης Πανώριος με το έργο του αλλά και τις ανθολογίες του έχει προσφέρει πολλά, ενώ πάντα υπάρχει ο Θωμάς Μαστακούρης με τα εξαιρετικά διηγήματά του και τις μεταφράσεις του. 

Οι εγχώριοι εκδοτικοί οίκοι αντιμετωπίζουν ακόμη με καχυποψία το συγκεκριμένο ιδίωμα. Προσωπικά θεωρώ πως είναι μετρημένοι στα δάχτυλα (του ενός χεριού ενδεχομένως) σήμερα αυτοί που στέκονται με το πρέπον ενδιαφέρον απέναντι στη λογοτεχνία του Φανταστικού. 

Αυτό που λέτε είναι γεγονός και ο λόγος είναι απλός. Οι εκδοτικοί οίκοι είναι εμπορικές επιχειρήσεις με σκοπό το κέρδος. Όπως είπαμε το «φανταστικό» δεν έχει μεγάλο κοινό στην Ελλάδα. Είναι φυσικό, λοιπόν, να στέκονται με καχυποψία απέναντί του. Την τελευταία δεκαετία είναι, όμως, λίγο καλύτερα τα πράγματα. 

Ως συγγραφέας αναφέρετε μου κάποιες μεταφορές βιβλίων του Φανταστικού στον κινηματογράφο (κλασικό και σύγχρονο, φυσικά) που θεωρείται πως αποτελούν τις κορυφαίες εξ αυτών. 

Είναι πολλές. Δεν θα μπορούσα να μην αναφερθώ με θαυμασμό στην μεταφορά του «Δράκουλα» από τον Κόπολα το 1992. Ήταν μια άρτια μεταφορά του έργου του Στόουκερ, η κορυφαία σκηνοθετικά. Φυσικά ο κορυφαίος Δράκουλας παραμένει ο Κρίστοφερ Λή με κορυφαία δουλειά του εκείνη του Τέρενς Φίσερ το 1966, «Δράκουλας ο άρχων του σκότους». Δεν θα μπορούσα να παραλείψω φυσικά τις κλασικές ταινίες της Univesal. Άλλες σπουδαίες μεταφορές είναι «Η Λάμψη», «Ο άρχοντας των δαχτυλιδιών», ο «Χάρρυ Πότερ», ο «Κόναν ο Βάρβαρος». Φυσικά και η «Οδύσσεια του Διαστήματος» του μεγάλου Κιούμπρικ. 

Ευχαριστώ για τη συνέντευξη αυτή-ήταν κάτι που ήθελα εδώ και καιρό να συμβεί. Κλείστε τη λοιπόν με λίγες λέξεις δικές σας. 

Εύχομαι η φανταστική λογοτεχνία να βρει τη θέση που της αξίζει στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Η λογοτεχνία πρέπει να κρίνεται όχι μόνο με βάση την όποια θεματική αλλά κυρίως με άξονα τη γλώσσα, το στοχαστικό υπόβαθρο, την ανάπλαση των χαρακτήρων, τη δεξιοτεχνία στην πλοκή κ.α. Δεν χρειάζεται φυσικά να πω ότι η παλαιά άποψη ότι η φανταστική λογοτεχνία ανήκε στην «παραλογοτεχνία» έχει ξεπεραστεί. Άλλωστε η φαντασία είναι η βάση κάθε δημιουργίας.