- Η Φοιτητική Λέσχη της Φανταστικής Λογοτεχνίας -


Αγαπητοί αναγνώστες, σας ενημερώνουμε ότι στα ελληνικά ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, Α.Ε.Ι. και Α.Τ.Ε.Ι., δραστηριοποιείται η Φοιτητική Λέσχη Φανταστικής Λογοτεχνίας.

Η Λέσχη συγκροτείται από ομάδες φοιτητών που προέρχονται από διάφορα πανεπιστημιακά ή μεταπτυχιακά προγράμματα της χώρας. Υπάρχει ωστόσο η δυνατότητα να γίνει κανείς μέλος ακόμη και αν δεν είναι φοιτητής.

 Στόχους της Λέσχης αποτελούν.  

                                                 Under the Midnight Sun

                                                                                            του Σταμάτη Μαμούτου

Είμαι από εκείνους που υποστηρίζουν ότι ως μουσική το heavy metal μπορεί να ζει, αλλά ως ευρύτερη πολιτιστική τάση, καθώς και ως νεολαιίστικο κίνημα, είναι νεκρό ήδη από την δεκαετία του ’00. Ας λένε διάφοροι άλλοι ό,τι θέλουν. Μολονότι πιστεύω ότι το metal είναι τουλάχιστον ζωντανό ως μουσικό ρεύμα, για το rock καταλήγω σε μια ακόμη πιο απαισιόδοξη εκτίμησή. Το rock είναι νεκρό. Ως κίνημα και ως μουσική. Και, μάλιστα, από την δεκαετία του ’90.

Η λαίλαπα του alternative και του grunge κατέκαψε, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2000, οτιδήποτε είχε μείνει ζωντανό από την μεγάλη, παλιά, classic και progressive rock μουσική παράδοση. Όταν οι εναλλακτικές παπάτζες έφυγαν από το μουσικό προσκήνιο, το πεδίο της rock έμεινε σαν βομβαρδισμένο τοπίο. Η μουσική συνέχεια του παρόντος με το παρελθόν είχε διακοπεί. Και ο παλιός «πέτρινος ήχος» διαλύθηκε σε θραύσματα σιωπής. Επέζησαν, ασφαλώς, ορισμένα σχήματα, κατέκτησαν την εμπορική κορυφή παγκόσμια brands όπως οι Rolling Stones και ξεπήδησαν νεότερες μπάντες. Αλλά κι αυτά ήταν προσαρμοσμένα στον σύγχρονο κόσμο του liberal αγοραίου μουσικού marketing. Το rock ως κουλτούρα, ως κίνημα και ως τρόπος ζωής είχε πεθάνει.

Ακόμη χειρότερα, είχε πεθάνει και ως μουσική. Σε αντίθεση με το heavy metal, που διατήρησε ζωντανό τον πρωταρχικό πυρήνα της μουσικής του ταυτότητας προσαρμόζοντας μεταγενέστερα παρακλάδια επάνω στον κλασικό του μουσικό κορμό, στο rock είχε χαθεί ο ατόφιος ήχος. Τόσο στην εκδοχή του garage όσο και σε εκείνες του progressive των δεκαετιών του ’70 και του ’80. Ακόμη και το AOR έπαψε να υπάρχει από την δεκαετία του ’90 κι έπειτα.

Σήμερα χρειάζεται να ψάξει κανείς πολύ για να βρει ένα συγκρότημα που παίζει rock με τον παλιό καλό τρόπο (πέρα από το stoner που κι αυτό ένα μεταμοντέρνο ανακάτεμα της δεκαετίας του ’90 είναι). Γεγονός που καθιστά την είδηση της κυκλοφορίας ενός πολύ καλού, old school, rock δίσκου όχι μόνο ευχάριστο νέο. Αλλά κάτι σαν ανάσταση από τον κόσμο των νεκρών. Μια τέτοια μουσική ανάσταση αξίζει, ασφαλώς, ένα ξεχωριστό άρθρο, Πρόκειται για το album Under The Midnight Sun, που κυκλοφόρησαν οι The Cult πριν ενάμιση περίπου έτος.


Το Under The Midnight Sun είναι ένα διαμάντι της παλιάς, καλής, gothic rock σκηνής. Ένα album που ακούγεται από την αρχή μέχρι το τέλος, χωρίς να κάνει κοιλιά στην ποιότητα των τραγουδιών του. Με οκτώ κομμάτια που το ένα είναι καλύτερο απ’ το άλλο. Με συνολική διάρκεια τριάντα πέντε, περίπου, λεπτών. Με στίχους ρομαντικής σκοτεινής αισθαντικότητας και με άρτια παραγωγή. Με όλα, κοντολογίς, τα γνωρίσματα των σπουδαίων κυκλοφοριών της δεκαετίας του ’80.

Οι The Cult μας χάρισαν έναν δίσκο (αυτός ο old school όρος αξίζει στην συγκεκριμένη κυκλοφορία και ας μην την έχω σε βινύλιο) που συνοψίζει τις κορυφαίες στιγμές των ηχητικών τάσεων του γοτθικού rock των δεκαετιών του ’80 και του ’90. Το Under The Midnight Sun στέκεται σε απόσταση από τις πιο heavy-hard rock και doom στιγμές των The Cult. Όμως αυτό δεν είναι καθόλου κακό εφόσον αποτελεί ένα αυθεντικό goth rock album, σε μια εποχή που ο κλασικός rock ήχος αναζητείται (συνήθως μάταια). Υποθέστε ότι μπορεί να διαμορφωθεί ένα μουσικό κράμα από στοιχεία του ύφους των The Mission, των The Cure, των Joy Division, των rockabilly απόηχων του Chris Isaak, των πιο pop στιγμών των Paradise Lost και των πιο heavy στιγμών των Depeche Mode, με τις πλέον σκοτεινές ερμηνείες της φωνής του Jim Morrison και θα πλησιάσετε κάπως την μουσική ταυτότητα του Under The Midnight Sun.


Τα videos που δείχνουν τις τελευταίες ζωντανές εμφανίσεις του συγκροτήματος αποκαλύπτουν ότι η φωνή του  Ian Astbury δείχνει κάπως καταβεβλημένη και δεν θυμίζει τις παλιές δόξες του σημαντικού αυτού τραγουδιστή. Αλλά στο album η παραγωγή έχει κάνει την δουλειά της πολύ καλά με αποτέλεσμα να αποδίδεται το μέγιστο των φωνητικών δυνατοτήτων του χαρισματικού frontman. Στην τελική, album κρίνουμε και όχι ζωντανή εμφάνιση.

Όπως προανέφερα πρόκειται για ένα album που μπορεί να ακούσει κανείς από την αρχή μέχρι το τέλος Κανένα τραγούδι δεν υστερεί σε ποιότητα. Όπως λέγαμε την εποχή του βινυλίου, το Under The Midnight Sun είναι ένας δίσκος που κερδίζει τον ακροατή από την στιγμή που η βελόνα του πικ απ ακουμπάει τις αυλακιές του βινυλίου στις πρώτες στροφές, μέχρι και την τελευταία του νότα. Αν, παρ’ όλα αυτά, αναγκαζόμουν να προτείνω κάποια τραγούδια ως καλύτερα, η πρώτη μου επιλογή θα ήταν το ομώνυμο. Το τραγούδι που φέρει τον τίτλο "Under The Midnight Sun" είναι ένα ατμοσφαιρικό, γοτθικό έπος. Μια συμβολιστική μυσταγωγία που αποπνέει σκοτεινούς απόηχους και συγκρατημένα μεγαλειώδεις μελωδίες, θυμίζοντας soundtrack παλιών κινηματογραφικών ταινιών. Έχω την εντύπωση ότι τα ορχηστρικά μέρη είναι παιγμένα σε synth. Αν οι The Cult είχαν χρησιμοποιήσει κλασικά όργανα για αυτά τα μέρη ίσως το ήπιο μεγαλείο του τραγουδιού να γινόταν μεγαλύτερο.


Ακολουθεί το καταπληκτικό hit "Give Me Mercy". Πρόκειται για τον ορισμό της διαχρονικής goth rock μουσικής επιτυχίας. Ασφαλώς η διαχρονικότητά του τραγουδιού μπορεί να μην αρκεί για να αποφέρει την αναμενόμενη καθιέρωση στην μνήμη, καθώς ζούμε σε μια εποχή που η παγκοσμιοποίηση της λογιστικής αντίληψης των πραγμάτων και της αδηφάγου κατανάλωσης δεν επιτρέπει στην μνήμη να σταθεί σε σημεία που πρέπει. Δεν μπορώ να γνωρίζω κατά πόσο θα ήταν παρήγορη για το συγκρότημα η διαπίστωση ότι είναι κρίμα που δεν έγραψε το συγκεκριμένο τραγούδι στα τέλη της δεκαετίας του ’80 ή κατά την δεκαετία του ’90. Αν είχε κυκλοφορήσει εκείνες τις εποχές θα μιλούσαμε για μια από τις πλέον κλασικές επιτυχίες του.


Εξαιρετικό και το πιο κιθαριστικό και hard "A Cut Inside". Κοφτά και ζόρικα riffs τα οποία ακούγονται περισσότερο ευρωπαϊκά, σε σχέση με τα υπόλοιπα κομμάτια που διανθίζονται με τους υπόγειους American rockabilly απόηχους της κιθάρας του Billy Duffy. Υποβλητικά φωνητικά, αισθαντικά ρομαντικοί στίχοι, ένα κομμάτι που συμπυκνώνει την μουσική ταυτότητα ενός σπουδαίου συγκροτήματος της δεκαετίας του '80 σε ηχητικές φόρμες των alternative '90's. Κοντολογίς ένας ακόμη ύμνος του γοτθικού rock.  


Απ’ ό,τι διάβασα υπήρξαν κριτικοί «έγκριτων» εντύπων που αξιολόγησαν ως μέτριο το συγκεκριμένο album. Εφόσον δεν μπορούμε να τους απαντήσουμε με μερικές δυνατές καρπαζιές στον σβέρκο, απλά τους αγνοούμε και απολαμβάνουμε τον εξαιρετικό δίσκο των The Cult.  

          Ο εισοδισμός της «nerd» κουλτούρας στην λογοτεχνία του Φανταστικού

                                                                                                   του Αχιλλέα

Δυστυχώς (ή ευτυχώς) δεν υπάρχει η αντίστοιχη ελληνική λέξη για την Αγγλική λέξη «nerd». Η πιο κοντινή σε αυτό λέξη στα ελληνικά ίσως είναι η λέξη «σπασίκλας» η οποία όμως δεν χρησιμοποιείται από κανέναν. Το λεξικό του Cambridge μας λέει ότι «nerd» είναι «ένα άτομο, ειδικά ένας άντρας, μη ελκυστικός και κοινωνικά αμήχανος», μια άλλη σημασία της λέξης μπορεί να είναι το, «ένα άτομο που δεν έχει κοινωνικές δεξιότητες».[1] Με λίγα λόγια η σημασία αυτής της λέξης είναι μόνον αρνητική, αλλά όλο και περισσότερα άτομα στην Ευρώπη και στην Αμερική ταυτίζονται με αυτήν. Για ποιο λόγο λοιπόν να συμβαίνει κάτι τέτοιο; Και πώς φτάσαμε στο σημείο να απλωθεί η τάση του nerdισμού στην κοινότητα της λογοτεχνίας του φανταστικού;

Η ταυτότητα της έννοιας «nerd» διαμορφώθηκε τη δεκαετία του 2000. Μετά την πολιτισμικά άχρωμη και άοσμη αλλαγή της χιλιετίας, όπως και το πολιτισμικό σημείο μηδέν του νέου millennium, αρκετοί πολίτες δυτικών και εν γένει δυτικοποιημένων φιλελεύθερων χωρών ξεκίνησαν να δημιουργούν κοινωνικές ταυτότητες γύρω από προϊόντα τα οποία καταναλώνουν (ας δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην λέξη «κατανάλωση»). Δεν μιλάμε για άτομα τα οποία αντιλαμβάνονται την ουσία και γνωρίζουν τις ρομαντικές καταβολές της αυθεντικής λογοτεχνίας του φανταστικού αλλά για αναγνώστες που την «καταναλώνουν» και συγγραφείς που γράφουν κείμενα προς κατανάλωση ακολουθώντας το παραγωγικό μοντέλο της αμερικανικής παγκοσμιοποίησης. Ακόμη και σε περιπτώσεις όπου ο κόσμος βρίθει μεταφυσικής, όπως στις περιπτώσεις του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, του Star Wars ή των βιντεοπαιχνιδιών της σειράς Elder Scrolls, η «ανάλυση» και η ανάγνωση σταματάει σε επιφανειακές αναλύσεις ή σε ένα αέναο «παιχνίδι γνώσεων» για το ποιος μπορεί να θυμηθεί περισσότερες πληροφορίες για έναν τόπο ή έναν χαρακτήρα. Εάν θέλετε, ένα «κουτσομπολιό» γύρω από τον φανταστικό κόσμο που έχει δημιουργήσει ο κάθε συγγραφέας, χωρίς ποτέ να γίνεται αναφορά στην προσωπική φιλοσοφία των κεντρικών ηρώων ή στην θεολογική πραγματικότητα του εκάστοτε κόσμου. Βλέπουμε λοιπόν μια γενιά ατόμων τα οποία θέλουν να ανήκουν σε μία κουλτούρα η οποία στηρίζει το όνομά της σε έναν υποτιμητικό όρο! Για να καταλάβουμε το παράλογο του πράγματος, ας φανταστούμε άτομα κινεζικής καταγωγής τα οποία θα ένιωθαν «ασφάλεια», και θα δημιουργούσαν μία «κοινότητα», γύρω από την λέξη «σχιστομάτης»!


Η συγκεκριμένη λέξη βγήκε στην επιφάνεια (μαζικά) την εποχή που η τηλεοπτική κωμική σειρά «The Big Bang Theory» σημείωνε μεγάλη επιτυχία. Οι κεντρικοί πρωταγωνιστές της συγκεκριμένης σειράς είχαν όλα τα χαρακτηριστικά ενός «nerd». Προβληματική επικοινωνία, καμία δυνατότητα επικοινωνίας με το άλλο φύλο, ντύσιμο που θα ταίριαζε σε ένα δεκάχρονο αγόρι και ατελείωτα τικ. Το πώς τα παραπάνω μπορούν να προκαλέσουν τον γέλωτα και όχι την λύπη στο φιλοθεάμον κοινό, και ακόμη χειρότερα, το πώς υπήρξαν εκατομμύρια θεατές στην Ευρώπη και στην Αμερική που ταυτίστηκαν με τους παραπάνω ήρωες, είναι κάτι το οποίο θα πρέπει να μελετηθεί κάποτε συστηματικά. Πλέον, η μεταφυσική των θιασωτών του φανταστικού έχει καταλήξει στην ρήση «Ας ενθουσιαστούμε για το προϊόν Α, μέχρι να μπορέσουμε να καταναλώσουμε το προϊόν Β». Το Βασίλειο του Φανταστικού ενός Burroughs, ενός Tolkien και ενός Howard, έχει καταλήξει να «καταναλώνεται», και πολλές φορές δίπλα στους θρόνους των παραπάνω προσπαθούν να σταθούν (ή ακόμη καλύτερα τολμούν να σταθούν) γραφιάδες που γράφουν epic σαπουνόπερες. Ας θυμηθούμε ότι ο Μάρτιν ποτέ του δεν θέλησε να προσθέσει δράκους στην ιστορία των βιβλίων του Game of Thrones. Το έκανε όμως επειδή του ζητήθηκε για καθαρά εμπορικούς λόγους.

Ας καταλήξουμε, λοιπόν, στον λόγο για τον οποίο γράφεται αυτό το άρθρο. Η λογοτεχνία του Φανταστικού, τα κόμικς, τα graphic novels, όπως και οι ταινίες τύπου Star Wars (επιστημονική φαντασία μεν, αλλά δοσμένη με έντονα στοιχεία αρχαίο-φουτουρισμού δε) δεν απευθύνονταν ποτέ σε «nerds». Όλα τα παραπάνω απευθύνονταν πάντοτε σε όλους τους ανθρώπους και όχι σε μία ξεχωριστή κάστα «επίλεκτων». Το Star Wars ήταν το πιο δημοφιλές franchise ταινιών στον κόσμο. Μάλιστα ο George Lucas είχε πει, ευθαρσώς, ότι βάσισε την ιστορία του Star Wars στο έργο του Joseph Campbell, «Ο ήρωας με τα χίλια πρόσωπα».[2]

Υπάρχουν, όμως, κάποιοι «επίλεκτοι» οι οποίοι λένε ότι το συγκεκριμένο franchise καταστράφηκε επειδή ασχολήθηκε μαζί του ο μέσος άνθρωπος. Όχι μόνον δεν ισχύει κάτι τέτοιο αλλά ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Το παραπάνω franchise ταινιών καταστράφηκε επειδή ασχολήθηκαν μαζί του τα λεγόμενα «nerds». Όσοι αγαπάμε ουσιαστικά το έργο του Tolkien δεν βιώνουμε, άραγε, ακριβώς το ίδιο με την αθλιότητα της εταιρείας, μονοπωλιακών καπιταλιστικών συμφερόντων, Amazon; Τα μοναδικά άτομα που «καταναλώνουν» την παραπάνω σειρά αυτοαποκαλούνται «nerds» και είναι και αυτοί οι οποίοι διαβάλουν μέχρι και τον ίδιο τον Tolkien, λες και ο φανταστικός κόσμος του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών» δεν ανήκει πρωτίστως στον δημιουργό του (υποδημιουργό του, όπως θα έλεγε ο καθολικός Καθηγητής) αλλά σε αυτούς! Αυτό το οποίο «σκοτώνει» κάθε φανταστικό κόσμο, όπως και κάθε franchise ταινιών με μία εμφανή ηρωική κοσμοθέαση, δεν είναι ο μέσος άνθρωπος όπου απολαμβάνει το «ταξίδι», αλλά ο μονομανής, «nerd» καταναλωτής. Αυτός που συμμετέχει στην «οπαδική» βάση ενός «προϊόντος» μέχρι να το διαστρέψει στην βάση της κυρίαρχης καταναλωτικής νοοτροπίας που καλλιεργεί η ιδεολογία του εξουσιαστικού φιλελευθερισμού της παγκοσμιοποίησης.


Αυτό συμβαίνει σε μεγάλο βαθμό με το λογοτεχνικό έργο του πολυγραφότατου Tolkien. Οι nerd αναγνώστες ασχολούνται μονομανώς με αυτόν (ακόμη και εάν ουσιαστικά τον μισούν για τις πολιτικές και θρησκευτικές του απόψεις), αγνοώντας άλλους σημαντικούς συγγραφείς όπως οι Vance, Moorcock, Zelazny, Burroughs, Howard κλπ. Ο ίδιος ο Tolkien μάλλον θα θεωρούσε στο όριο της γελοιότητας μεταπτυχιακά με τίτλο «Tolkien studies». Στην ερώτηση δημοσιογράφου «τι θα λέγατε σε ανθρώπους που ασχολούνται καθημερινά με τον φανταστικό κόσμο του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών;» ο ίδιος, ανάβοντας την πίπα του και με το χαρακτηριστικό αγγλοσαξονικό του φλέγμα απάντησε, «θα τους πρότεινα να ασχοληθούν με κάτι άλλο». Ο γιος του Tolkien, Christopher, είχε πει χαρακτηριστικά ότι, «…κατακρεούργησαν το βιβλίο κάνοντάς το μια ταινία δράσης για νέους 15 έως 25 ετών. Ο Tolkien έχει γίνει ένα προϊόν του νεοφιλελεύθερου παραλογισμού της εποχής μας. Υπάρχει μόνο μία λύση για μένα: να αποστρέψω το βλέμμα μου».[3] Είναι το μόνο που φρονώ ότι αξίζει και στους περισσότερους αυτοαποκαλούμενους ως «Tolkien experts», οι οποίοι έδωσαν τα φώτα τους στην (ανοιχτά πολιτικοποιημένη) παραγωγή της Amazon, που άλλαξε το cast των ηθοποιών της σειράς την ημέρα θανάτου του Christopher! Μιλάμε για χυδαίους εμποράκους οι οποίοι θέλουν να ξεριζώσουν οποιοδήποτε δέντρο του «οποίου οι ρίζες είναι βαθιές», όπως έλεγε ο Καθηγητής, για ένα γρήγορο κέρδος.

Όμως, δεν γίνεται ακριβώς το ίδιο με οτιδήποτε εμπεριέχει στοιχεία του επικού Φανταστικού; Παιχνίδια όπως το Dungeons & Dragons ή το Warhammer έχουν πάρει «μυθικές» διαστάσεις και μάλιστα από άτομα τα οποία χάνουν το νόημα της συμμετοχής σε τέτοια παιχνίδια ρόλων. Τα διάφορα «nerds» έχουν αντιστρέψει τους όρους της ρομαντικής αισθητικής. Διεθνιστές, υλιστές και ορθολογιστές πραγματεύονται το έργο του παραδοσιοκράτη Tolkien. Πλαδαροί καρεκλοκένταυροι ταυτίζονται με χαρακτήρες πολέμαρχων. Θιασώτες του woke και κάθε αριστερού μεταμοντέρνου ρεύματος εστιάζουν αναγνωστικά και γίνονται μεταπράτες κειμένων που έγραψαν οι πλέον αντιδραστικοί μεγαλοφυείς ρομαντικοί. Πολιτικοί ακτιβιστές της πολιτικής ορθότητας καπηλεύονται κείμενα που εκθειάζουν την μεσαιωνική αισθητική και την φεουδαλική πολιτική τάξη. Όλες οι διοργανώσεις τέτοιων φεστιβάλ βρίθουν φιλελευθέρων και μάλιστα διώκονται όσοι μπαίνουν στην μαύρη λίστα των θιασωτών της πολιτικής ορθότητας.

Μεταπολεμικά, επί δεκαετίες, η ακαδημαϊκή κοινότητα και η «επίσημη» λογοτεχνική κριτική ονόμαζε την Φανταστική λογοτεχνία «pulp» αλλά και «χάσιμο χρόνου»! Μάλιστα ο Tolkien πολεμήθηκε, εν ζωή, από άλλους φιλελεύθερους ακαδημαϊκούς οι οποίοι έλεγαν ότι εάν μία ιστορία είναι φανταστική, για ποιο λόγο να αποτυπωθεί σε χαρτί; Ποία η χρησιμότητα της φαντασίας; Πολλοί μάλιστα του έλεγαν ότι η λογοτεχνία του Φανταστικού δεν αποτελεί καν μορφή πολιτισμού, ορμώμενοι από τις υλιστικές φιλοσοφικές τους προϋποθέσεις. Ο Tolkien βέβαια τους απάντησε με το βιβλίο του, «The Monsters and the Critics», αποδομώντας κάθε χυδαία σοφιστεία τους. Ωστόσο η αντιμετώπιση της λογοτεχνίας του Φανταστικού ως κλαδιού της ρομαντικής κοσμοθέασης αντιμετωπιζόταν μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο εχθρικά. Και αυτό ήταν κάτι αναμενόμενο. Μετά την πτώση της ΕΣΣΔ και την έλευση της παγκοσμιοποίησης τα πράγματα άλλαξαν. Ο κυρίαρχος νεοφιλελευθερισμός θεώρησε ότι θα ήταν περισσότερο έξυπνο και παραγωγικό να αλλοιώσει και να αφομοιώσει τελικά την λογοτεχνία του Φανταστικού στο πλαίσιο της μαζικής του κουλτούρας. Η βιομηχανία παραγωγής ταινιών, κόμικς και βιντεοπαιχνιδιών είναι πολλών δισεκατομμυρίων. Εάν οι φιλελεύθεροι (αριστεροί και δεξιοί) είναι καλοί σε ένα πράγμα αυτό είναι σίγουρα η κερδοσκοπία. Για ακόμη μία φορά το σύστημα του κραταιού φιλελευθερισμού προσπάθησε, και πέτυχε, να κάνει το λεγόμενο «damage control».


Δημιουργείται μία ψευδής ασφάλεια στον μέσο άνθρωπο με το να νομίζει ότι οι διοικούντες είναι ανόητοι, μη σκεπτόμενοι κλπ. Ναι. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου ο πολιτικός ο οποίος «βγαίνει μπροστά» δεν είναι οξυδερκής, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αυτοί οι οποίοι κινούν τα νήματα πίσω από αυτόν είναι εξίσου ανόητοι με αυτόν. Το αντίθετο μάλιστα. Η φιλελεύθερη μονοκουλτούρα της παγκοσμιοποίησης έχει επιβληθεί επειδή κάποια από τα δυνατότερα μυαλά,  τα οποία δουλεύουν για τον εξουσιαστικό μηχανισμό της Αμερικής και της Αγγλίας, «διαμορφώνουν» κουλτούρα με συστηματικό τρόπο, εδώ και δεκαετίες. Μία από αυτές είναι και τα «nerds» του φανταστικού. Με αποτέλεσμα από τα «Campi Hobbit» των τελών της δεκαετίας του 70’ στην γειτονική Ιταλία να φτάσουμε στους σημερινούς συλλόγους φίλων του φανταστικού. Όταν σήμερα ακούμε ότι κάποιος «ασχολείται με το φανταστικό», είτε μιλάμε για λογοτεχνία, κόμικς, επιτραπέζια ή βιντεοπαιχνίδια, τι είδους άνθρωπος μας έρχεται στο μυαλό; Κάποιος καθημερινός άνθρωπος της βιοπάλης; Ένας άνθρωπος με κοινωνική ζωή και ουσιαστική δυνατότητα επικοινωνίας με το περιβάλλον του; Κάποιος ξεχασμένος ρομαντικός ήρωας της εποχής μας; Ή ακριβώς το αντίθετο;! Η μονοκουλτούρα του φιλελευθερισμού έχει καταφέρει να κάνει τις σύγχρονες Λέσχες όπου συναντιούνται οι λάτρεις του Φανταστικού να μοιάζουν με το εσωτερικό του Arkham Asylum. Ας ενοχληθούν κάποιοι με αυτά τα οποία γράφω. Δεν πειράζει. Είναι τέτοιοι οι καιροί που έτσι και αλλιώς πρέπει να τραβηχτούν αυστηρές γραμμές για να γνωρίζουμε που στέκεται ο καθένας.

Εν έτει 2024 οι ιστορίες με ιππότες, ήρωες, μάγους και απαίσια ορκ θεωρούνται «παιδιαρίσματα» και «εφηβικές φαντασιώσεις» για, εμφανώς, απροσάρμοστους ενήλικες. Κι, όμως, μόλις μέχρι δύο δεκαετίες πριν θεωρούνταν γνωρίσματα μιας περιθωριακής λογοτεχνίας σκληρών ανθρώπων. Το fantasy ήταν η πρώτη αναγνωστική επιλογή των παλιών metalheads και skinheads στις δεκαετίες του ’80 και του ’90. Ήταν, επίσης, η αγαπημένη λογοτεχνία πολλών progressive rockers, ακόμη και μελών του κινήματος των hippies, κατά τις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Σημείο των μεταμοντέρνων μας καιρών και αυτό.

Να κλείσουμε, όμως, το άρθρο με μία ευχάριστη νότα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι υπάρχουν ακόμη δημιουργικά μυαλά τα οποία λειτουργούν ως αλεξίπτωτα, δηλαδή καλύτερα, καθώς «είναι ανοιχτά». Θα παραθέσω, λοιπόν, τρία κανάλια της πλατφόρμας YouTube που νιώθω ότι κάνουν εξαιρετική δουλειά στο να κρατάνε ζωντανό το «Φανταστικό».


Το πρώτο ονομάζεται «Grim Dark». Το συγκεκριμένο άτομο επενδύει ιδιαίτερα πολύ στο να κάνει αναλυτικές βίντεό-παρουσιάσεις με θέμα το γενικότερο lore φανταστικών κόσμων. Το κανάλι του εστιάζει, κυρίως, στον κόσμο του Conan. Ειρήσθω εν παρόδω, αυτή την περίοδο ο δημιουργός του διαδικτυακού καναλιού βρίσκεται στο νοσοκομείο και όλα δείχνουν ότι έχει καρκίνο στο στομάχι. Όταν το έμαθα συγκλονίστηκα. Αυτά είναι τα αναπάντητα μυστήρια του Σύμπαντος τελικά. Πως γίνεται ένα τέτοιο ευφυές, νεαρό και πολυγραφότατο άτομο να ταλαιπωρείται από την επάρατο, ενώ γνωστά αθύρματα που με ένα τηλέφωνο μεταφέρουν εκατομμύρια και δισεκατομμύριά από τον έναν τραπεζικό λογαριασμό στον άλλο, καταδικάζοντας τον απλό άνθρωπο στην πενία, χαίρουν άκρας (σωματικής) υγείας.

Το κανάλι: https://www.youtube.com/@GrimDarkHalfOff

Το δεύτερο κανάλι ονομάζεται «Arkham Reporter». Στο κανάλι θα βρείτε εξαιρετικά βίντεο για το έργο του Lovecraft αλλά και σημαντικές πληροφορίες για την ζωή αλλά και την προσωπική φιλοσοφία του συγγραφέα. Το κανάλι παρουσιάζει το έργο του Lovecraft όπως είναι, και τις απόψεις και την κόσμοθεασή του όπως ήταν, χωρίς τα γνωστά και αποφευκτικά, «ναι/μεν/αλλά».

Το κανάλι: https://www.youtube.com/@ArkhamReporter

Το τρίτο κανάλι έχει να κάνει με την μελέτη του έργου του Tolkien. Του πραγματικού Tolkien και όχι του Tolkien των γνωστών ακαδημαϊκών «Tolkien expert». Κάθε βίντεο είναι φοβερά προσεγμένο και αισθητικά άρτιο. Το αποτέλεσμα όλων των βίντεο είναι το να μαθαίνει κάποιος κάτι επιπλέον για την κοσμοθέαση, την ζωή, και το έργο του Tolkien, ακόμη κι εάν έχει εντρυφήσει πολύ στον κόσμο του Καθηγητή. Δεν έχω συναντήσει, μέχρι στιγμής, κάποιο άλλο κανάλι στο YouTube που να μπορεί να κάνει τόσο επιτυχημένα όλα τα παραπάνω.

Το κανάλι: https://www.youtube.com/@InkandFantasy

[3] https://www.telegraph.co.uk/books/authors/battle-middle-earth-christopher-tolkien-fought-peter-jackson/ 

                  Κυκλοφόρησε το τεύχος 2 (23) της Φανταστικής Λογοτεχνίας

Η αλήθεια είναι ότι έχει περάσει πολύς καιρός από το 2018, όταν κυκλοφόρησε το τελευταίο τεύχος του περιοδικού Φανταστική Λογοτεχνία. Αυτό που μας επιφύλαξε η συνέχεια ήταν δύσκολο να προβλεφθεί και ακόμη πιο δύσκολο να το αντέξουμε. Ο covid και οι εγκλεισμοί, κοινωνικοπολιτικές μεταβολές, ασθένειες μελών της λέσχης, μεγάλες αυξήσεις στις τιμές των τυπογραφικών υλικών, κοντολογίς μια σειρά από γεγονότα δεν επέτρεψαν την κυκλοφορία νέου τεύχους του περιοδικού μας. Τέσσερα χρόνια και μερικοί μήνες ήταν αναμφίβολα πολλοί. Μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα έγιναν και κάποια θετικά βήματα. Με κυριότερο εξ αυτών την ίδρυση του εκδοτικού οίκου μας, των εκδόσεων Κλέος.

 


Πλέον, έφτασε η στιγμή της επιστροφής. Το νέο τεύχος της Φανταστικής Λογοτεχνίας κυκλοφορεί. Με περισσότερες σελίδες, με τον γνωστό πλούτο των αρθρογραφικών θεματικών, με καλύτερης ποιότητας χαρτί και με την παραδοσιακή προσήλωση στην ερμηνεία των πραγμάτων που βασίζεται στην κοσμοθεώρηση του Ρομαντισμού. Η τιμή του περιοδικού είναι αναγκαστικά διαφοροποιημένη από εκείνη του 2018. Οι αυξήσεις των πρώτων υλών δεν μας άφησαν περιθώρια όσο και αν θέλαμε να αποφύγουμε  ανατιμήσεις. Ωστόσο, η τωρινή τιμή των 4,9 ευρώ εκτιμούμε ότι εξακολουθεί να είναι αρκετά καλή για τα δεδομένα της περιόδου που διανύουμε. Η ύλη του νέου τεύχους περιλαμβάνει άρθρα που είχαν γραφτεί και συνεντεύξεις που είχαν δοθεί για το τεύχος που θα κυκλοφορούσε λίγο πριν την πανδημία και τελικά ματαιώθηκε, καθώς επίσης και πρόσφατα κείμενα που γράφτηκαν αποκλειστικά για το νέο τεύχος.

 


Η Φανταστική Λογοτεχνία που μόλις κυκλοφόρησε περιλαμβάνει τα εξής άρθρα που ελπίζουμε να απολαύσετε.

-Το Κέρας (εισαγωγικό), του Σταμάτη Μαμούτου

-Τα Νίσε της Σουηδής ζωγράφου J. E. Nyström ως αισθητικά πρότυπα της καθιερωμένης εικόνας του Αγίου Βασίλη, του Αριστείδη Χριστοφοράκη

-War Flag of the Sun (μόνιμη στήλη), του Sun Knight

-Ο ιππότης, ο διάβολος και ο θάνατος. Το μυθιστόρημα του Jean  Cau με τους υπαινικτικούς συμβολισμούς, του Κωνσταντίνου Μποβιάτσου

-Ο βασιλιάς Μπόχους και η αδελφότητα των Τσέχων εθνικιστών του Ράινερ Μαρία Ρίλκε,  του Σταμάτη Μαμούτου

-Ὁ παράδεισος τῶν προφητῶν, τοῦ Ρόμπερτ Γουίλλιαμ Τσέημπερς, Ἀπόδοσις: Εὐστράτιος Εὐ. Σαρρῆς

-Συνέντευξη του Στάθη Παυλάντη των Reflection, του Χρήστου Νάστου

-Στο Ναό των  Ασωμάτων Δυνάμεων (διήγημα), του Flammentrupp

-Ιδέες του νεορομαντικού διανοητικού κινήματος της γενιάς του 1890 στο έργο του Έντγκαρ Ράις Μπάροουζ. Η περίπτωση του Ταρζάν, του Σταμάτη Μαμούτου

-Fallout. Η σάτιρα του σύγχρονου κόσμου, του Αριστείδη Χριστοφοράκη

-Συνέντευξη του δημιουργού comics Νίκου «Malk» Γιαμαλάκη, του Σταμάτη Μαμούτου

-Πολύτιμα Μέταλλα (μόνιμη μουσική στήλη), των Σταμάτη Μαμούτου και Flammentrupp

-Το Δρύινο Ράφι (μόνιμη στήλη βιβλιοπαρουσιάσεων), του Σταμάτη Μαμούτου

-Πεζοδρομιακός Ρομαντισμός στα  ελληνικά ‘80’s! Δυο εκ των παλαιότερων Ελλήνων skinheads μας παραχώρησαν συνέντευξη 

-Η χώρα του δύοντος ηλίου, του Αχιλλέα

 


Το νέο τεύχος της Φανταστικής Λογοτεχνίας φέρει τον τίτλο Η ιδεολογία του μύθου. Μπορείτε να το προμηθευτείτε από τα παρακάτω καταστήματα

Αθήνα

Πολιτεία (Ασκληπιού1-3)

Πρωτοπορία (Γραβιάς 3)

Comiconshop (Σόλωνος 128)

Βιβλιοπωλείο Πατάκη (Ακαδημίας 65) 

Λαβύρινθος (Ιπποκράτους 108)

Αλληλεγγύη των φίλων (Χαριλάου Τρικούπη 14)

Metalera (Εμ. Μπενάκη 22)

Περίπτερα διανομής τύπου

Πανεπιστημίου 39, ακριβώς απέναντι από την Εθνική Βιβλιοθήκη και μπροστά από την στοά Νικολούδη

Φιλελλήνων κα Μητροπόλεως γωνία (Σύνταγμα), μπροστά από την αφετηρία της γραμμής λεωφορείων 040


Θεσσαλονίκη

Πρωτοπορία (Λεωφ. Νίκης 3)


Πάτρα

Πρωτοπορία (Γεροκωστοπούλου 31)

 

Τις επόμενες μέρες θα ανακοινωθούν επιπλέον σημεία διανομής.