Ο δεύτερος Σκαθαροζούμης

 

Όσο ακόμη ο καιρός το επιτρέπει προτείνουμε ανεπιφύλακτα να πάτε σε κάποιο από τα θερινά σινεμά της Αθήνας. Αντιλαμβανόμαστε ότι οι τιμές των εισιτηρίων είναι τσιμπημένες στους περισσότερους θερινούς κινηματογράφους. Ωστόσο υπάρχουν αυτή την περίοδο ταινίες που αξίζουν τον χρόνο και τα χρήματά μας. Προφανώς οι περισσότερες από αυτές είναι παλιές ταινίες που προβάλλονται κάθε καλοκαίρι στα θερινά σινεμά. Υπάρχουν, όμως, και νέες οι οποίες παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Μια τέτοια περίπτωση είναι η δεύτερη ταινία του «Σκαθαροζούμη». Ο Τιμ Μπάρτον επέστρεψε στην Warner με έναν από τους κινηματογραφικούς του ήρωες της δεκαετίας του ’80.

Έχουν γραφτεί πολλά για την δεύτερη ταινία του Σκαθαροζούμη σε sites και forum φίλων του κινηματογράφου. Η επικρατούσα προσέγγιση θέλει την ταινία να είναι λίγο καλύτερη από μέτρια. Νομίζουμε ότι χωρά συζήτηση αυτή η εκτίμηση. Μπορεί να μην είναι ισάξια με την πρώτη ταινία του Σκαθαροζούμη ή με τις μεγάλες επιτυχίες του Μπάρτον αλλά σίγουρα πρόκειται για μια ακόμη αρκετά καλή ταινία. Σε καμία περίπτωση μέτρια. Ενδεχομένως οι αρνητικές κρίσεις να συνδέονται με το βαρύ και, σε κάποιες περιπτώσεις, ισοπεδωτικό χιούμορ του Μπάρτον, που δεν αφήνει ανέγγιχτη ούτε την ιδεολογία της πολιτικής ορθότητας.


Σε γενικές γραμμές η κεντρική ιδέα του Μπάρτον πίσω από την νέα του ταινία είναι η ασταμάτητη χρήση του μαύρου χιούμορ που σε ορισμένα σημεία αγγίζει τα όρια της χοντροκομμένης καφρίλας νεοελληνικής παρέας μεσήλικων χαβαλέδων.

Αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό μπορεί να ξενίζει τους καθωσπρέπει θεατές. Αλλά εμάς δεν μας ενόχλησε καθόλου. Τουναντίον γελάσαμε ακόμη περισσότερο με την διάθεση του σκηνοθέτη να κάνει τόσο καυστικό, ανυπόκριτο και καταιγιστικό χιούμορ με τους πάντες και τα πάντα. Ο Μπάρτον όταν εμπνεύστηκε το δεύτερο μέρος του Σκαθαροζούμη είχε όρεξη για χαβαλέ σε πρωτόγνωρο βαθμό. Έναν χαβαλέ που αποκτά ιλιγγιώδη ταχύτητα μέσω της γρήγορης σκηνοθεσίας. Σε ορισμένα σημεία το χιούμορ είναι άμεσο και εύληπτο, σε άλλα απαιτεί πιο προσεκτική ματιά καλλιεργημένων ανθρώπων (αν κρίνουμε από τους θεατές γύρω μας οι περισσότεροι δεν αντιλήφθηκαν αρκετά σημεία). Αυτό είναι το βαθύτερο περιεχόμενο της ταινίας και όχι κάποιο υπαρξιακό ερώτημα περί ζωής και θανάτου που μάλλον περίμεναν οι mainstream σινεφίλ.

Από την πρώτη ταινία επιστρέφουν οι Μάικλ Κίτον ως Σκαθαροζούμης, η Κάθριν Ο ’Χάρα ως μητριά και η Γουινόνα Ράιντερ, ως κόρη. Στην οικογένεια προστίθεται ο χαρακτήρας της Άστριντ, που υποδύεται η Τζένα Ορτέγκα, ως παιδί της Λίντια Ντιτζ την οποία υποδύεται η Ράιντερ. Η οικογένεια επιστρέφει στο στοιχειωμένο σπίτι του Γουίντερ Ρίβερ όπου ξεκίνησαν όλα. Η δράση αρχίζει όταν η κόρη της Λίντια ανακαλύπτει την μαγεμένη μακέτα της πόλης στην σοφίτα του σπιτιού και κατά λάθος ανοίγει την πύλη προς τον άλλο κόσμο που τα φαντάσματα και οι νεκροί περιμένουν την κρίση για την άνοδο στον παράδεισο (υπερπέραν) ή την πτώση στην κόλαση. Ο Σκαθαροζούμης περιμένει να φωνάξει κάποιος τρεις φορές το όνομά του για να ενεργοποιήσει το ξόρκι που θα του επιτρέψει να εισβάλει στον κόσμο των ζωντανών.

Η διάθεση του Μπάρτον για μαύρο χιούμορ φαίνεται από τον τίτλο κιόλας της ταινίας. Αντί να την ονομάσει «Σκαθαροζούμης 2» την ονόμασε «Σκαθαροζούμης Σκαθαροζούμης». Οι χαρακτήρες έχουν διαμορφωθεί βασιζόμενοι σε αυτή την χιουμοριστική διάθεση. Η Ο’ Χάρα υποδύεται την «δήθεν» και ημίτρελη Αμερικανίδα φημισμένη καλλιτέχνη που μετατρέπει κάθε περιστατικό και κάθε αξία της ζωής σε event. Η Ράινερ υποδύεται με εκπληκτικό τρόπο μια τηλεπερσόνα που στήνει την καριέρα της στην έρευνα υπερφυσικών φαινομένων τα οποία ποτέ δεν έχουν υπάρξει ενώ ο μνηστήρας της είναι ο σκηνοθέτης της που αντιμετωπίζει τα πάντα με τον αγοραία εμπορικό αμερικανικό τρόπο.


Κάθε σκηνή διαθέτει αρκετή δόση μαύρου χιούμορ που στοχεύει σε διάφορες παθογένειες της αμερικανικής κοινωνίας. Οι αποβλακωμένοι τηλεθεατές που πιστεύουν σε υπερφυσικά φαινόμενα παρακολουθούν με δέος τα ψέματα που σερβίρει ως υπερφυσικές εμπειρίες η τηλεπερσόνα. Ο Ντάνι Ντεβίτο, ως φάντασμα του κόσμου των νεκρών, που μονολογεί «πνιγήκαμε από τους ξένους» όταν βλέπει έναν έγχρωμο ο οποίος μόλις έχει πεθάνει. Ο σκηνοθέτης που, μολονότι πλασάρει υπερφυσικά φαινόμενα στο τηλεοπτικό κοινό. είναι ένας χυδαίος ωφελιμιστής, ο οποίος υιοθετεί τυπικές mainstream φροϋδικές απόψεις και μολονότι όταν αρχίζει η δράση βλέπει δαίμονες και φαντάσματα του κόσμου των νεκρών να μπουκάρουν στην γη από μια τρύπα που την ενώνει με τον κάτω κόσμο, κλείνει τα μάτια και προσπαθεί, σαν άλλος στρουθοκάμηλος, να πείσει τον εαυτό του ότι όλα αυτά είναι προβολές ψυχικών απωθημένων. Οι ψωνισμένοι influencers των social media που έχουν χάσει κάθε επαφή με το περιβάλλον, αρκούμενοι στο να ζουν τραβώντας φωτογραφίες και videos με τα κινητά τους, που ρουφιούνται από τις οθόνες και χάνονται από την γη έπειτα από ένα ξόρκι του Σκαθαροζούμη. Ο σαρκασμός ακόμη και των κόσμων της επιστημονικής φαντασίας με την καρικατούρα σκουληκιών της ερήμου του Dune. Η υπάλληλος που κόβει εισιτήρια εισαγωγής τον κόσμο των νεκρών στα νέα πτώματα που καταφθάνουν εργαζόμενη με τρόπο που θυμίζει υπάλληλο του ΙΚΑ. Αυτά και πολλά ακόμη αποτυπώνονται στην μεγάλη οθόνη με βιτριολικό χιούμορ από τον Μπάρτον.

Ο Σκαθαροζούμης ως χαρακτήρας είναι λίγο κακός και λίγο καλός. Δεν περιορίζεται μόνο σε κακίες και σκανδαλιές. Με την κυνική του παρουσία κάνει και ορισμένες καλές πράξεις στην διάρκεια της περιπέτειας. Στέλνει στην κόλαση ένα έφηβο κάθαρμα που σκοτώνει γονείς και κλέβει ψυχές ζωντανών, τιμωρεί τους ψωνισμένους influencers, αλλά κινδυνεύει κι αυτός από την πρώην γυναίκα του (Μόνικα Μπελούτσι) η οποία έχει επιστρέψει στον κόσμο των νεκρών θέλοντας να τον εκδικηθεί. Ο Κίτον είναι, όπως αναμενόταν, πολύ καλός. Κάποιοι κριτικοί τον βρήκαν κάπως κουρασμένο σε σχέση με τον πρώτο Σκαθαροζούμη. Εμείς θα τους θυμίσουμε ότι είναι και τριανταπέντε συναπτά έτη μεγαλύτερος σε ηλικία. Δεν είναι εύκολο να παίξει με την ίδια φρεσκάδα έναν άχρονο χαρακτήρα. Η Ράινερ είναι κάτι παραπάνω από εκπληκτική. Εξαιρετική η ερμηνεία της και πολύ εύστοχη η επιλογή της για μια τέτοια κωμική ταινία. Και οι υπόλοιποι ηθοποιοί σε φόρμα. Ο Μπάρτον πάντα έτοιμος να παρουσιάσει ταινίες με την γοτθική ατμόσφαιρα που μας αρέσει.


Κοντολογίς όλοι οι ρομαντικοί δείτε ανεπιφύλακτα τον δεύτερο Σκαθαροζούμη και να είστε σίγουροι ότι θα περάσετε δύο πολύ ευχάριστες ώρες.

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Πέθανε ο Μάκης Μακρής.

Φοιτητική Λέσχη Φανταστικής Λογοτεχνίας είπε...

Ναι, εδώ και κάποιες μέρες. Ελαφρύ να είναι το χώμα του.

Ανώνυμος είπε...

Γνώμη για σκηνοθεσία ΚΙΜΟΥΛΗ στη Σπασμένη Στάμνα του ΚΛΑΪΣΤ;

Φοιτητική Λέσχη Φανταστικής Λογοτεχνίας είπε...

Δεν το έχουμε δει.