Ρεζίλι των σκυλιών

Δημοσιεύθηκε πριν λίγο καιρό στο Βήμα ένα άρθρο που είχε ως θέμα μια συζήτηση του Δημήτρη Ιωαννίδη με στέλεχος της CIA, η οποία πραγματοποιήθηκε αμέσως μετά το πραξικόπημα στην Κύπρο. Η συζήτηση έγινε, για την ακρίβεια, την 16η Ιουλίου του 1974 και μέρος της είχε δημοσιευθεί αρχικά στην ίδια εφημερίδα, το 1999, από τον Αλέξη Παπαχελά. Προφανώς μπορεί κανείς να υποθέσει ότι δημοσιεύονται μόνο τα αποσπάσματα που επέλεξε ο Παπαχελάς, έπειτα από συμφωνία του με ανθρώπους του αμερικανικού παράγοντα. Όπως, επίσης, και ότι η κωμικοτραγική απόφαση του Ιωαννίδη να σιωπήσει για το υπόλοιπο της ζωής του, συνεπάγεται την μονομερή προβολή της αμερικανικής εκδοχής της συζήτησης.  

Ωστόσο, αυτά έχουν μικρή σημασία για το άρθρο που διαβάζετε. Για τον απλούστατο λόγο ότι δεν αποτελεί μέρος μιας ιστορικής έρευνας που στοχεύει να εξετάσει τι, όντως, συνέβη σε εκείνες τις συνομιλίες. Παραπέμπουμε στην συγκεκριμένη συζήτηση γιατί περιλαμβάνει πληροφορίες που μας βοηθούν να δούμε ξεκάθαρα, έστω και εν συντομία για αρχή, το αντιφατικό και σχεδόν παρανοϊκό ψυχοϊδεολογικό σύμπλεγμα της ελληνικής άκρας Δεξιάς. Της άκρας Δεξιάς που καπηλεύεται αρχές, ιδέες και συνθήματα του εθνικισμού για να τα προσαρμόσει στον αντεθνικό και ιδεολογικά αντιεθνικιστικό φιλοαμερικανισμό.

Όπως διαβάζουμε στο άρθρο, ένας Αμερικανός πράκτορας μετέφερε στον Ιωαννίδη την επιστολή που του παρέδωσε ο πρέσβης Χένρι Τάσκα. Οι ΗΠΑ ζητούσαν αυτοσυγκράτηση και έδειχναν δυσαρέσκεια για το πραξικόπημα κατά του Μακάριου στην Κύπρο. Ο Ιωαννίδης αντέδρασε με τον γνώριμο ακροδεξιό τρόπο. Αφού απόρησε γιατί ο Κίσσινγκερ άλλαξε στάση, άρχισε να κλωτσά τραπέζια και να σπάει ποτήρια από τον εκνευρισμό του. Μετά από λίγο ηρέμησε και συνέχισε να συζητά με τον πράκτορα. Αντιλαμβάνεται κανείς για ποιας νοημοσύνης άνθρωπο επρόκειτο, όταν ως (αφανής) κυβερνήτης της Ελλάδας αντιδρούσε με τέτοιους τρόπους. Αλλά αυτό είναι μόνο η αρχή.

Σύμφωνα με τον Αμερικανό πράκτορα:

»Ο Ιωαννίδης συνέχισε υποστηρίζοντας πως “κάποια μέρα η αμερικανική κυβέρνηση θα καταλάβει ότι στις 15 Ιουλίου 1974 η Κύπρος σώθηκε, γιατί θα έπεφτε στα χέρια των κομμουνιστών”.

»Μετά την πρώτη έκρηξη, ο δικτάτορας ηρέμησε και πλησίασε τον αμερικανό “αγγελιοφόρο”, στον οποίο τόνισε ότι “καταλαβαίνει τη διπλωματική γλώσσα και θα απαντούσε με αυτήν γιατί είχε και ο ίδιος σοβαρή διπλωματική αποστολή”.[…]

Το μίσος που έτρεφε για τον Μακάριο εκδηλώθηκε στη συζήτηση που ακολούθησε, κατά την οποία χαρακτήρισε τον Αρχιεπίσκοπο “ομοφυλόφιλο”, “διεστραμμένο”, “βασανιστή” κ.ά. […]

»Ο δικτάτορας προχώρησε σε ένα άνοιγμα προς την Ουάσιγκτον υπογραμμίζοντας: “Εχω και εγώ Θεό. Δεν είμαι αντιαμερικανός. Ο καθένας θέλει να είναι δεμένος από κάπου, στη δική μου περίπτωση από τις ΗΠΑ”.

Συνηθισμένα λόγια για όσους γνωρίζουμε τον «χώρο». Αντικομμουνιστικές μακαρθικές σαχλαμάρες χωρίς κανένα ουσιώδες πολιτικό υπόβαθρο, ύβρεις ξεκατινιάσματος tabloid εφημερίδας ως πολιτική αντιπαράθεση με τον αντίπαλο. Σαν να μην έχει περάσει ούτε μια μέρα από τότε. Οι ακροδεξιοί παραμένουν αναλλοίωτοι.

Στο τέλος του άρθρου παρατίθεται το συμπέρασμα των Αμερικανών για τον Ιωαννίδη:

 »Το βιογραφικό σημείωμα που είχε ετοιμάσει η CIA για τον κ. Κίσινγκερ ανέφερε ότι “ο Ιωαννίδης έχει δηλώσει ότι είναι σταθερά φιλοαμερικανός. Θα κρατήσει την ίδια στάση έως ότου δυσαρεστηθεί με την υποστήριξη της αμερικανικής κυβέρνησης προς το καθεστώς του. Στο παρελθόν υποστήριξε την ελληνική συμμετοχή στον πόλεμο του Βιετνάμ και θεωρείται ότι θέλει να αποφύγει κάθε ενέργεια που θα ζημιώσει τους δεσμούς της χώρας του με τις ΗΠΑ. Είναι όμως αρκετά εθνικιστής και δεν θα έκανε κάτι που θα έβλαπτε τη χώρα του μόνο για να ικανοποιήσει τις ΗΠΑ.

[…] έχει εκδηλώσει την προθυμία του να βρει εξοπλισμούς από άλλες πηγές, εκτός από τις παραδοσιακές πηγές του ΝΑΤΟ (αν και όχι από κομμουνιστικές χώρες), εφόσον αυτές δεν μπορούν να παράσχουν το υλικό και τα όπλα που οι ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις θεωρούν απαραίτητα για την άμυνα της χώρας”.

Εδώ πρέπει να σταθούμε. Όχι για να τονίσουμε τον εμετικό αμερικανισμό του «μεγάλου επαναστάτη», που φαίνεται ότι ήθελε να στείλει ελληνικό στρατό στο Βιετνάμ για να βοηθήσει τις ΗΠΑ. Αλλά για να υπογραμμίσουμε την παράνοια του να νομίζει κανείς ότι είναι πατριώτης -και ακόμη περισσότερο εθνικιστής- και την ίδια ώρα να υποστηρίζει τον γεωπολιτικό κατακτητή της πατρίδας του. Ο Αμερικανός πράκτορας δήλωσε ξεκάθαρα ότι τύποι σαν τον Ιωαννίδη μπορεί να γίνουν επικίνδυνοι για τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Μολονότι είναι φανατισμένοι δυτικόφιλοι, λόγω πατριωτικών φρονημάτων, μπορεί να μην δεχτούν να βλάψουν την χώρα τους, προκειμένου να δώσουν προτεραιότητα στην εξυπηρέτηση των αμερικανικών συμφερόντων. Για αυτό και οι ΗΠΑ βρήκαν εκείνους που δεν είχαν κανέναν ενδοιασμό να βάλουν τα αμερικανικά συμφέροντα πάνω από τα εθνικά στα πρόσωπα των πολιτικών της μεταπολίτευσης. Ωστόσο το θέμα μας δεν είναι οι αχυράνθρωποι της φιλελεύθερης μεταπολιτευτικής εξουσίας και της Αριστεράς. Το θέμα του άρθρου είναι η ακροδεξιά παράνοια.

Είναι δυνατόν να ανέχεται ένας εθνικιστής να τον χρησιμοποιούν ως πιόνι; Είναι δυνατόν να ευτελίζει σε τέτοιο βαθμό τον εαυτό του, ώστε να επιδιώκει την συμμαχία του παγκόσμιου τυράννου που ζητά ξεκάθαρα από τους πολιτικούς του συνεργάτες να θέτουν τα αμερικανικά συμφέροντα πάνω από τα εθνικά; Ο εθνικιστής, ασφαλώς, όχι. Αν έχουμε να κάνουμε με ακροδεξιούς, όμως, όλη αυτή η αντιφατική παράνοια βρίσκει εύφορο έδαφος.

Από την μια με το έθνος και από την άλλη με τον κατακτητή του. Από την μια με την εθνική παράδοση και από την άλλη με την χώρα του εξουσιαστικού αντιπαραδοσιακού φιλελευθερισμού. Από την μια με τον εθνικισμό και από την άλλη με το πολυεθνικό κράτος. Από την μια με την εθνική κοινότητα και την δημοτική μουσική και από την άλλη με την ελευθερία του αχαλίνωτου ατομικιστικού ανταγωνισμού και με την κουλτούρα του new age και των χίπις.

Αυτό το ψυχωτικό ιδεολογικό σύμπλεγμα της ελλαδικής άκρας Δεξιάς ανιχνεύεται σε εμβρυακή μορφή λίγο πριν τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Το πολίτευμα της 4ης Αυγούστου ήταν κατά το ένα ήμισυ (λόγος, κουλτούρα, διανόηση, κυβερνήτης) αντιδιαφωτιστικά εθνικιστικό και κατά το άλλο ήμισυ υποταγμένο στην τότε μητρόπολη του αντεθνικού, ιμπεριαλιστικού, φιλελεύθερου καπιταλισμού, Βρετανία. Όσο ο Μεταξάς ήταν στην ζωή υπήρχε ενεργό εθνικιστικό αντίβαρο. Μετά τον θάνατο του Μεταξά και την διάλυση του πολιτεύματος άρχισε ουσιαστικά η ιστορική παρουσία της ακροδεξιάς. Σε αυτό, ασφαλώς, συνέβαλαν και οι Ιταλοί με τους Γερμανούς κατακτητές.

Με το να μην επιτραπεί ο σχηματισμός ενός ελληνικού σώματος των SS, που θα έδινε έστω την ψευδαίσθηση της συμμάχου χώρας του Άξονα, και με τις συνεχείς ιταλικές ραδιουργίες που αποσκοπούσαν στον εδαφικό ακρωτηριασμό της Ελλάδας (τον οποίο, ευτυχώς, δεν επέτρεψαν οι Γερμανοί), οι Έλληνες εθνικιστές της συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου βρέθηκαν σε απελπιστική θέση. Οι Γερμανοί συνεργάζονταν με τους (μη εθνικοσοσιαλιστές) δοσίλογους τύπου Λάτση, Ράλλη κλπ. Συνεπώς, ο τότε μέσος Έλληνας εθνικιστής είτε έπρεπε να γίνει κομπάρσος μιας δύναμης κατοχής, η οποία μολονότι διακήρυσσε τον εθνικοσοσιαλισμό έδινε αξιώματα σε δοσίλογους της Δεξιάς και συνεργαζόταν με απατεωνάκους της (ελεύθερης) αγοράς, είτε έπρεπε να τεθεί απέναντι στις δυνάμεις κατοχής. Όμως, στην δεύτερη περίπτωση καραδοκούσαν οι πολιτικές δυνάμεις των έτοιμων να δολοφονήσουν πολιτικούς αντιπάλους κομμουνιστών και όσων φιλελευθέρων δεν συνεργάζονταν με τους Γερμανούς.

Έχουμε την αίσθηση ότι κάπου εκεί μπήκαν τα θεμέλια όλης αυτής της -ακροβατικής ιδεολογικά- πολιτικής ανάδυσης των ημιπαραφρόνων, που αποκαλείται άκρα Δεξιά. Μάλλον πρέπει να αναζητήσουμε τις απαρχές της σε οργανώσεις όπως η Χ. Οργανώσεις, δηλαδή, οι οποίες υιοθέτησαν εθνικιστικές ιδέες και ρητορική που τις έφερναν σε σύγκρουση με τις αντιστασιακές οργανώσεις της Αριστεράς και, ταυτόχρονα, στρέφονταν εναντίον των Γερμανών (οι οποίοι είχαν ταυτιστεί με τον εθνικισμό). Εκ των πραγμάτων, αυτή η διχοστασία, έκανε τις οργανώσεις τύπου Χ να αποβλέπουν στον δυτικό παράγοντα. Εκεί νομίζουμε ότι αρχίζει η μεγάλη αντίφαση του να παρουσιάζονται κάποιοι ως εθνικιστές και ταυτόχρονα να εντάσσονται στην συμμαχία των φιλελεύθερων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.

Από την δεκαετία του πενήντα και μέχρι εκείνη του εξήντα αυτή η παραδοξότητα διαπότισε το μεγαλύτερο μέρος (ακόμη και της επίσημης) ελληνικής Δεξιάς (ασχέτως αν ο Γρίβας εμφανιζόταν για ένα διάστημα ως ένας εκ των επικεφαλής των πολιτικών δυνάμεων του κέντρου). Ο εθνικισμός πνίγηκε στον βάλτο της εθνικοφροσύνης. Οτιδήποτε σχετιζόταν με εθνικά αιτήματα, καπελωνόταν από την δηλητηριώδη ελλαδική Δεξιά με το πρόσχημα του αντικομμουνισμού Ένα πρόσχημα το οποίο ήταν τόσο φουσκωμένο από την νέα δύναμη κατοχής της πατρίδας μας (δηλαδή της ΗΠΑ), ώστε να καλύπτει την εξωφρενική αντίφαση που συνίστατο στο να υποστηρίζει κανείς την πλέον ανθελληνική ιδεολογία με εθνοκεντρικό φερετζέ.

Η ιδεολογική εξαφάνιση του εθνικισμού υπό το βάρος της εθνικοφροσύνης και το κακό ιστορικό προηγούμενο της έλλειψης πολιτικού χώρου για αληθινές εθνικιστικές οργανώσεις (λόγω του ελέγχου της πολιτικής σκηνής της χώρας από τους Αμερικανούς πράκτορες) είχαν ως αναμενόμενη συνέπεια την οργανική σύνδεση της Δεξιάς με τον εθνικιστικό χώρο. Στην ουσία αυτό που γινόταν αντιληπτό, στις δεκαετίες του πενήντα και του εξήντα, ως εθνικιστικός χώρος δεν ήταν ένας πράγματι αυτόνομος, ιδιαίτερος, πολιτικός χώρος αλλά οι ακραίες φωνές της Δεξιάς, οι οποίες εμφανίζονταν είτε ως παρακρατικοί κύκλοι είτε ως μικρής πολιτικής σημασίας σχήματα.

Κάπου εκεί εμφανίστηκαν διάφορες γραφικές φιγούρες αποφασισμένες να ηγηθούν στο χυλώδες πεδίο της άκρας Δεξιάς. Όπως ήταν αναμενόμενο υιοθέτησαν στοιχεία της εθνικιστικής ιδεολογίας, αισθητικής και ρητορικής, ως στολίδια, τα οποία προσάρμοσαν σε έναν ακροδεξιό γκροτέσκο πολιτικό προσανατολισμό. Από την μια υμνούσαν τον φασισμό και τους ηγέτες του μεσοπολέμου και από την άλλη απέβλεπαν στην βοήθεια των ένστολων ενός κράτους μαριονέτα των φιλελεύθερων ΗΠΑ. Βυσσοδομούσαν κατά των κομμουνιστών αλλά χαμήλωναν τους τόνους όταν έπρεπε να πάρουν θέση για την πολιτική των ΗΠΑ.

Οι συνταγματάρχες της 21ης Απριλίου ήταν κομμάτια του ίδιου πεδίου. Με την μόνη διαφορά ότι ήταν ένστολοι και ότι αντιπαθούσαν τον φασισμό. Μετά το ’74 η ίδια κατάσταση συνεχίστηκε. Η ίδια αντιφατικότητα, η ίδια ημιπαρανοϊκή προσήλωση στον δυτικό παράγοντα του εξουσιαστικού φιλελευθερισμού κάτω από εθνικιστικό περιτύλιγμα. Κόμματα που θέλησαν να εκφράσουν τον εθνικιστικό χώρο κατέβαιναν σε εκλογές με το σύνθημα «Δεξιά ενωμένη ποτέ νικημένη». Κωμικότητα, πολιτική αμορφωσιά, ιδιοσυγκρασιακή ανισορροπία. Αυτά ήταν τα γνωρίσματα ενός χώρου που κάποιες φορές μπορεί να αυτοπροσδιοριζόταν ως εθνικιστικός αλλά που ποτέ δεν υπήρξε όντως τέτοιος.

Ο Κώστας Πλεύρης αποτέλεσε πρωταγωνιστή αυτού του πολιτικού χώρου. Ο άνθρωπος που επιβλήθηκε από τηλεοπτικά κανάλια της Νέας Δημοκρατίας ως ο κύριος θεωρητικός του εθνικιστικού χώρου δεν είχε ποτέ του την παραμικρή ιδέα για την ιστορία των εθνικιστικών ιδεών. Εξέφρασε με εντυπωσιακή δημαγωγική επιθετικότητα το ιδεολογικό σύμπλεγμα της άκρας Δεξιάς, που συνίστατο σε μύδρους κατά του κομμουνισμού, σε πασαλείμματα εθνικιστικών ρητορικών των οποίων αγνοούσε το ιδεολογικό βάθος και σε μια αδιαπραγμάτευτη αποδοχή αστικών νοοτροπιών και πρακτικών καθωσπρέπει παραπολιτικής λοβιτούρας.

Ευτυχώς, το παράδειγμα της ζωής του μας δικαιώνει πανηγυρικά τα τελευταία χρόνια. Ο τύπος που ακόμη και σήμερα εκατοντάδες ανόητοι θεωρούν εθνικιστή (και ακόμη χειρότερα, διαβασμένο), έφτασε στα ογδόντα πέντε του να κυκλοφορεί σε νυχτερινά κέντρα διασκέδασης των τρανσέξουαλς. Θυμηθείτε πώς έστησε την τηλεοπτική του καριέρα με το να εξακοντίζει χιουμοριστικές ατάκες στην αρχαϊζουσα εναντίον των ομοφυλόφιλων επί δεκαετίες και θαυμάστε σήμερα την συνέπεια λόγων και έργων. Ο Κώστας Πλεύρης διασκεδάζει σε club ανδρών που έχουν αλλάξει το φύλο τους μέσω χειρουργικών επεμβάσεων!!


Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Όποιος εκπλήσσεται απλώς δεν αντιλαμβάνεται τι σημαίνει άκρα Δεξιά. Δεν έχει να κάνει μόνο με το κάθε μεμονωμένο άτομο, όπως ο Πλεύρης. Έχει να κάνει με το βαθύτερο ιδεολογικό υπόβαθρο αυτών των τύπων. Είναι δεξιοί και φιλελεύθεροι μέχρι το μεδούλι. Δεν είναι εθνικιστές. Απλώς βρίσκονται στις παρυφές του χώρου μας και χρησιμοποιούνται για να μην επιτρέπουν να αναπτυχθεί αληθινός εθνικισμός.

Πόσο διαφορετική ήταν η συμπεριφορά του Γεωργιάδη, του Βορίδη, του Βελόπουλου και εν γένει του κάθε ακροδεξιού που διεκδικεί την στήριξη των εθνικιστών; Καθόλου διαφορετική. Μπορεί οι υπόλοιποι να μην έφτασαν στον γεροντικό ευτελισμό του Κώστα Πλεύρη αλλά ο πυρήνας των συμπεριφορών τους είναι κοινός. Όταν η συστημική Δεξιά τους κούνησε το κοκαλάκι αυτοί έτρεξαν στην αγκαλιά της σαν τα πιστά σκυλιά.  Το συμπέρασμα είναι σαφές. Όσο δεν καταφέρνουμε να κόψουμε κάθε δεσμό του εθνικιστικού χώρου με την Δεξιά, πολύ απλά θα συνεχίσει να μην υπάρχει εθνικιστικός χώρος. Θα συνεχίσουν να αναδύονται νέοι Πλεύρηδες και νέοι Βορίδηδες από την μήτρα της τοξικής άκρας Δεξιάς. Ιδίως τώρα που έρχεται ο Τραμπ και οι Αμερικανοί γνωρίζουν να προσφέρουν μενού υποτιθέμενης αυτονομίας

Δεν υπάρχουν σχόλια: