Μια παράλληλη ανάγνωση του Αντίο Μπάτμαν (Τάσος Θεοφίλου, εκδ. Ασύμμετρη Απειλή και σε μορφή comic με την εικαστική υποστήριξη του Kanellos KOB, εκδ. Red nNoir) και των διηγημάτων του Σταμάτη Μαμούτου, που περιλαμβάνονται στο βιβλίο Η Ηθική του Παιχνιδιού (εκδ. Κλέος)

                                                                                                    του Αχιλλέα


Το comic Αντίο Μπάτμαν (2018) του Τάσου Θεοφίλου, που βασίστηκε στο ομώνυμο βιβλίο (2011) των εκδόσεων Ασύμμετρη Απειλή, έχει ένα αναλυτικό υπόβαθρο βασισμένο σε υλιστικές αντιλήψεις. Στον αντίποδα βρίσκεται η ρομαντικά ιδεαλιστική κοσμοθεώρηση του Σταμάτη Μαμούτου στα τέσσερα διηγήματα φαντασίας που φιλοξενούνται στο συλλογικό τόμο Η Ηθική του Παιχνιδιού των εκδόσεων Κλέος. Θεοφίλου και Μαμούτος γράφουν επιλέγοντας το ίδιο θέμα, ερχόμενοι από τις ακριβώς αντίθετες ιδεολογικές κατευθύνσεις, γεγονός που καθιστά πολύ ενδιαφέρουσα μια παράλληλη ανάγνωση των κειμένων. Ο Θεοφίλου κάνει διάλογο με έναν χάρτινο ήρωα από την σκοπιά ενός υλιστή κοινωνικού επαναστάτη. Ο Μαμούτος κάνει ακριβώς το ίδιο από την σκοπιά ενός ρομαντικού αντιδιαφωτιστή.

1. Η Δολοφονία του Μπάτμαν και ο Ουροβόρος της Υλιστικής Λογικής

Στο κείμενο του Θεοφίλου ο πρωταγωνιστής απαγάγει τον Μπάτμαν και πριν τον σκοτώσει κάνει έναν διάλογο μαζί του. Η κεντρική ιδέα του συγγραφέα είναι ότι ο Μπάτμαν αποτελεί έναν άκαμπτης λογικής υπερασπιστή του αστικού status. Μπορεί να ξεκινά από την καλή πρόθεση να υπηρετήσει την κοινωνία αλλά αδυνατεί να σκεφτεί ότι όλοι οι παράνομοι που κυνηγά δεν είναι γεννημένοι κακοί και οδηγούνται στην παρανομία λόγω της κοινωνικής ανισότητας. Με αποτέλεσμα να ισοπεδώνει άκριτα παρανόμους, δίχως να σκέφτεται αν υπάρχει κάποιος κοινωνικός μηχανισμός αδικίας που τους αναγκάζει να πάρουν αυτό τον δρόμο. Το επιχείρημα του Θεοφίλου είναι ότι ο συγκεκριμένος comic ήρωας αντανακλά καθεστωτικές ιδέες κρυμμένες πίσω από έναν άκαμπτο ηθικισμό, αναμεμιγμένο με εμμονές από προσωπικά του  βιώματα.


Το story κορυφώνεται με τη δολοφονία του Μπάτμαν από τον κεντρικό πρωταγωνιστή, ο οποίος κατηγορεί τον υπερήρωα ως εξίσου υπεύθυνο για την εγκληματικότητα στο Γκόθαμ Σίτυ. Οι καταληκτικές δηλώσεις του Τζο Τσιλ -κεντρικού πρωταγωνιστή που εργάζεται ως σερβιτόρος στο σπίτι του Τζων Γουέην- θέλουν τους πολίτες του Γκόθαμ να εγκληματούν λόγω της γενικευμένης ανέχειας. Τα τελικά λόγια του Τσιλ  (με μία ελαφριά παράφραση) ότι «…όσο εσύ ζεις με μια αμύθητη περιουσία, οι πολίτες του Γκόθαμ αναγκάζονται να εγκληματήσουν», συνοψίζει την κεντρική θέση του έργου: Η εγκληματικότητα είναι προϊόν οικονομικής ανισότητας και ο Μπάτμαν είναι ένας υπερασπιστής της οικονομικής ανισότητας και της αστικής ηθικής που αυτή παράγει.  

Αυτή η οπτική, ωστόσο, νομίζω ότι αφήνει εκτός του πεδίου της πολύπλοκους κοινωνικούς, ψυχικούς και πολιτισμικούς παράγοντες που καθορίζουν την ανθρώπινη συμπεριφορά. Η προσέγγιση του Θεοφίλου διαπνέεται από μια μονόπλευρα υλιστική λογική, η οποία αντιμετωπίζει τον άνθρωπο ως ένα μηχανιστικό ον, μια βιολογική μηχανή που καθορίζεται αποκλειστικά από τις υλικές του συνθήκες και από την βιολογικότητά του. Ωστόσο αυτή η προσέγγιση παραβλέπει τους κοινωνικά αδικημένους ανθρώπους της εργατικής τάξης που υιοθετούν επαναστατικές ιδέες χωρίς να γίνονται κακοποιοί. Και, αντιστρόφως, κακοποιούς και παραβατικούς του οργανωμένου εγκλήματος που είναι πλούσιοι και λατρεύουν την χλιδή. 

2. Ο Μαρξ και «Το Εγκώμιο του Εγκλήματος»: Μια Μηχανιστική Ερμηνεία της Ανθρώπινης Ύπαρξης

Ο Θεοφίλου είναι αναρχοκομμουνιστής και υποθέτω ότι λαμβάνει υπόψη του την προσέγγιση του Μαρξ στο Εγκώμιο του Εγκλήματος (2011,εκδ. ΑΓΡΑ), όπου αναλύεται η σχέση μεταξύ εγκλήματος και κοινωνίας. Ο Μαρξ υποστήριξε ότι, πέρα από την αρνητική πλευρά της όλης του δράσης, ο (οικονομικά αδύναμος) εγκληματίας συντελεί θετικά στη δημιουργία του ποινικού δικαίου, των επαγγελμάτων γύρω από αυτό, καθώς και τεχνολογιών για την προστασία της ιδιοκτησίας. Σύμφωνα με τον Μαρξ η δράση του εγκληματία παράγει νέες ανάγκες και κίνητρα για εξέλιξη, όπως στις κλειδαριές, τη νομισματοκοπία και τη χημεία. Τρόπον τινά, το κακό γίνεται κινητήρια δύναμη για την πρόοδο της κοινωνίας και της οικονομίας. Έτσι, το έγκλημα δεν είναι μόνο καταστροφή αλλά και πηγή ανάπτυξης. Ένας τρόπος μέσω του οποίου έχει λόγω ύπαρξης το επάγγελμα του δικαστή, του αστυνομικού και του δικηγόρου.

Μολονότι ο Μαρξ αποκαλύπτει μια διαλεκτικά υλιστική ανάγνωση του εγκλήματος, το Αντίο Μπάτμαν πιάνει ξώφαλτσα αυτή την μαρξική ανάλυση και δεν εκμεταλλεύεται τις δυνατότητες που θα μπορούσε να προσφέρει στην ανάπτυξη της υπόθεσης του έργου. Με αποτέλεσμα να περιορίζεται τελικά ο συγγραφέας στην αντίληψη που αποδίδει την εγκληματικότητα αποκλειστικά στις υλικές συνθήκες, παραβλέποντας την όποια αυτονομία στην ψυχική και πνευματική διάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης. Μια ισοπεδωτική ιδέα περί tabula rasa ανθρώπινης συνείδησης αιωρείται στο κατηγορώ του πρωταγωνιστή. 

Μερικές προσπάθειες του συγγραφέα να καυτηριάσει σημεία της σύγχρονης αστικής κοινωνικής πραγματικότητας -όπως το ότι οι φιλανθρωπικές βεγγέρες της μεγαλοαστικής μούργας στην πραγματικότητα την ωφελούν οικονομικά – μολονότι εύστοχες, καταλήγουν τετριμμένες και επαναλαμβανόμενες. Τόσο τετριμμένες ώστε, περίπου, το ίδιο επιχείρημα να χρησιμοποιείται από την Αν Χάθαγουεϊ στην ταινία, «Ο σκοτεινός ιππότης: Η επιστροφή» του 2012 σε σκηνοθεσία του Κρίστοφερ Νόλαν.

Η απλοποίηση της αιτιατής σχέσης φτώχειας και εγκληματικότητας, όπως προβάλλεται στο Αντίο Μπάτμαν (ιδίως το comic), αντιβαίνει στην ίδια την ανθρώπινη ιστορία που μας δείχνει ότι το έγκλημα δεν είναι μόνο προϊόν ένδειας, αλλά και υπαρξιακής απόγνωσης, ηθικής παρακμής και πνευματικού κενού (τα οποία δεν βασίζονται μόνο σε αιτίες οικονομικών αδικιών). Δεν μένει παρά να σκεφτούμε το οργανωμένο έγκλημα του λευκού κολλάρου και τις τεράστιες περιουσίες των βαρόνων της μαφίας όσον αφορά τα οικονομικά ισχυρά κοινωνικά στρώματα. Ή και τις γνωστές σε όλους μας, πλέον, πολυφυλετικές κάγκουρο-συμμορίες, όσον αφορά την νεανική εγκληματικότητα. Οι κακοποιοί μπορεί να είναι -εκτός από αδικημένοι- και καθάρματα που λατρεύουν το χρήμα, τη διαστροφή και την ανηθικότητα. Πλούσιοι που αναπαράγουν την ισχύ τους μέσω της εγκληματικής δράσης ή φτωχοί που απλώς απολαμβάνουν την βία της παραβατικότητας για να καλύψουν ψυχικά κενά. Ο υπέροχος και κατάφορα αδικημένος χαρακτήρας του Ουγκώ, Γιάννης Αγιάννης, δεν έχει καμία σχέση με τα οργανωμένα δίκτυα της μαφίας, που αποτελούν σταθερό παράγοντα της αστικής πολιτικής ζωής από τον 19ο και ιδίως από τον 20ο αιώνα. Νομίζω ότι το έργο του Θεοφίλου παραβλέπει αυτές τις πτυχές, επιλέγοντας μια απλουστευτική και μονοδιάστατη προσέγγιση.

Ο Μπάτμαν, πρέπει να αποδομηθεί. Από σύμβολο αυταπάρνησης, ηθικής αντίστασης και τιμωρίας των κακοποιών παρουσιάζεται ως εργαλείο ενός συστήματος που διατηρεί τις ανισότητες και την κοινωνική καταπίεση. Αυτή η μονιστική εστίαση στις υλικές αιτίες, παραμένει εγκλωβισμένη σε έναν περιοριστικό και γραμμικό τρόπο σκέψης, που μειώνει την ανθρώπινη συμπεριφορά σε μηχανιστικές αντιδράσεις στα εξωτερικά ερεθίσματα. Το εσωτερικό περιεχόμενο του ανθρώπου ερμηνεύεται μόνο ως αντανάκλαση κοινωνικών συνθηκών. Ένας κλασικός comic ήρωας και τα παλιά πρότυπα της φανταστικής λογοτεχνίας τοποθετούνται στο σκαμνί του αιχμαλώτου ως προεκτάσεις μιας αστικής εξουσίας.



Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Θεοφίλου δεν έχει άδικο για τις πολιτικές αποχρώσεις των περισσότερων αμερικανικών comics της δεκαετίας του ’50. Πράγματι, σε αυτά υπήρχε διάχυτος American αντικομμουνισμός και εμφανείς συστημικές ιδεολογικές αντιλήψεις. Όμως, από εκεί και πέρα χρειάζεται μεγάλη συζήτηση. Η ταύτιση των χάρτινων ηρώων με την συνολική κοσμοθεώρηση της αστικής εξουσίας είναι άστοχη. Σε βαθμό που να μην αναγνωρίζεται στον Μπάτμαν ούτε το προσωπικό τραύμα της εμπειρίας των δολοφονημένων του γονιών, που αποτελεί εσωτερικό κίνητρο δράσης κατά του εγκλήματος (μη σχετιζόμενο αιτιοκρατικά με τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες) ικανό να πυροδοτήσει τον βρασμό του αισθήματος της εκδίκησης (ναι, αγαπητοί αναγνώστες, αυτό είναι εγγενές σε πολλούς ανθρώπους, ασχέτως των κοινωνικών δομών και των κανόνων ηθικής που αυτές προκρίνουν).    

3. Η Ρομαντική Προσέγγιση του Σταμάτη στην «Ηθική του παιχνιδιού»: Ο Άνθρωπος ως Φορέας Πνευματικής Υπερβατικότητας

Στον αντίποδα της υλιστικής κοσμοαντίληψης του Θεοφίλου, η ρομαντική προσέγγιση του Σταμάτη Μαμούτου εκφράζει την πεποίθηση ότι η ανθρώπινη ύπαρξη είναι βαθιά ριζωμένη σε πνευματικές αξίες και μεταφυσικά ιδανικά. Υπέροχα φανταστικά διηγήματα που μας μεταφέρουν με αριστοτεχνικό τρόπο από το κέντρο των Αθηνών στην Ανδραβίδα και πάλι πίσω στους γνωστούς δρόμους της πρωτεύουσας, ενώ παράλληλα μας εισάγουν σε παράλληλους κόσμους των - γνωστών σε όλους μας - «χάρτινων ηρώων» με τους οποίους ο Σταμάτης καταφέρνει να ξεφύγει από την καθημερινότητα και να περιηγηθεί στο βασίλειο της φαντασίας.  Καταρχάς «χάρτινοι ήρωες» εμφανίζονται στο τέταρτο διήγημα του Σταμάτη, όταν για τις ανάγκες της υπόθεσης αποκτά ζωή το παλιό επιτραπέζιο «Τέσσερα Παιχνίδια». Οι τέσσερις ήρωες του παιχνιδιού είναι ο Ζορό, ο Σούπερμαν, ο Ταρζάν και ο Ρομπέν των Δασών. Με μια ονειρική αφήγηση που κάνει την πραγματικότητα να εισδύει στον μύθο και τον μύθο να γίνεται πραγματικότητα, ο αναγνώστης μεταφέρεται με τον προσωπικό λογοτεχνικό τρόπο του Σταμάτη σε ένα περιβάλλον όπου οι τέσσερις ήρωες -και κυρίως ο Ζορρό- αναλαμβάνουν δράση και μεταπηδούν στον κόσμο μας. 

Η δομή του διηγήματος μοιάζει αρκετά με εκείνη του Θεοφίλου. Ο συγγραφέας συζητά με έναν λογοτεχνικό ήρωα που γνωρίζει πολύ καλά και παραπέμπει λεπτομερώς σε φράσεις που του έχει αποδώσει ο δημιουργός του Τζων Μακώλεϊ. Όμως, οι ομοιότητες ανάμεσα στον Σταμάτη και τον Θεοφίλου τελειώνουν κάπου εκεί. Στο διήγημα του Σταμάτη οι ήρωες της φανταστικής λογοτεχνίας λειτουργούν ως αρχετυπικές μορφές που συμβολίζουν την υπέρβαση της υλικής πραγματικότητας μέσω της ηθικής ακεραιότητας και της αυτοθυσίας. Ο Σταμάτης αναδεικνύει την ρομαντική υπόσταση των χαρακτήρων που είναι βαθύτατα ανατρεπτική προς το αστικό νεωτερικό status. Ο Θεοφίλου βλέπει στον Μπάτμαν έναν υπερασπιστή της αστικής εξουσίας. Ο Σταμάτης αποκαλύπτει την ρομαντικά επαναστατική και παραδοσιοκρατικά ηθική ιδεολογία του Ζορρό.  


Διαβάζοντας το διήγημα με τον τίτλο «Τέσσερα Παιχνίδια», αντιλήφθηκα ότι τελικά και εγώ είχα συνάψει κάποια μορφή «αόρατης» φιλικής σχέσης με τους αγαπημένους μου ήρωες. Το μήνυμά τους ήταν τελικά μεταδοτικό και με έκαναν να θέλω να είμαι η καλύτερη έκδοση του εαυτού μου. Η «θεά» φαντασία κινεί την πένα του Σταμάτη, χωρίς να περιορίζεται στη δημιουργία απλών ψυχαγωγικών αφηγήσεων, αλλά επιδιώκοντας να αναδείξει το βάθος και τη σημασία της ανθρώπινης προσπάθειας για την νοηματοδότηση της ζωής και της καθημερινότητας.

Η διαφορά αυτή εκφράζει μια ευρύτερη πολιτισμική και φιλοσοφική σύγκρουση. Η υλιστική κοσμοθέαση του Θεοφίλου προσεγγίζει τον άνθρωπο ως αποτέλεσμα των εξωτερικών του συνθηκών, προτείνοντας λύσεις που περιορίζονται σε κοινωνικοοικονομικές μεταρρυθμίσεις. Αντίθετα, η ρομαντική κοσμοαντίληψη του Σταμάτη αναγνωρίζει την ανθρώπινη ύπαρξη ως φορέα πνεύματος, ηθικής και φαντασίας. Ο Ζορρό μας καλεί να επαναστατήσουμε για να διώξουμε τους κλέφτες πολιτικούς της χώρας μας (φράση που υπάρχει στο πρώτο βιβλίο του ήρωα που έγραψε ο Μακώλεϊ) αλλά, ταυτόχρονα, εξηγεί στον πρωταγωνιστή του διηγήματος ότι μπορεί να μας βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση μόνο με το παράδειγμα της ζωής του που περιλαμβάνουν τα βιβλία του. Γιατί, σύμφωνα με την περιγραφή του Σταμάτη, ως χάρτινος ήρωας είναι δυσδιάστατος και οι σφαίρες ή το σπαθί του δεν μπορούν να πλήξουν τους κακούς ενός κόσμου με περισσότερες διαστάσεις, όπως είναι ο δικός μας.


Ο Σταμάτης, με ένα ρομαντικά συμβολικό τρόπο, περνά μέσα από το διήγημά του τα μηνύματα του πολιτικού Ρομαντισμού και αναδεικνύει την ουσία της σημασίας των ηρώων της λογοτεχνίας του φανταστικού ως προτύπων υπέρβασης και ανατροπής της αστικής εργαλειακής κανονικότητας. Χωρίς να γίνεται στριφνός ιδεολογικός προπαγανδιστής ή διδακτικός, δίχως η λογοτεχνική του αφήγηση να χάνει κάτι από την δυναμική ή την ροή της, ο Σταμάτης ενώνει την λογοτεχνία με την φιλοσοφική σκέψη της πολιτικής σε ένα κείμενο που εκφράζει απολύτως την ταυτότητα του λογοτεχνικού Ρομαντισμού. Πετυχαίνει, δηλαδή, κάτι αρκετά δύσκολο που απαιτεί σημαντική λογοτεχνική δυναμική από έναν συγγραφέα. Δεν παύει στιγμή στις σελίδες του διηγήματος να είναι ο γνωστός μου εθνικιστής Σταμάτης, χωρίς όμως να γράφει αλληγορικά ή να υποτάσσει την λογοτεχνική φαντασία σε πολιτική προπαγάνδα. Η ισορροπία της πένας του είναι αναμφίβολα εντυπωσιακή (αν και θα ήθελα να τον έβλεπα να γράψει κάτι πιο εκτενές χωρίς καθόλου πολιτικό υπόβαθρο). Ο Θεοφίλου κάνει το ακριβώς αντίθετο. Τόσο στην λογοτεχνική του τεχνική όσο και στο τελικό μήνυμα που περνά, η λογοτεχνία υποτάσσεται στην ανάγκη της πολιτικής ιδεολογίας.

Οι χάρτινοι ήρωες –με τον τρόπο που παρουσιάζονται από τον Σταμάτη– εάν και δυσδιάστατοι καταλήγουν «πολυδιάστατοι», καθώς μας δίνουν μαθήματα ζωής. Στον μύθο, στο παραμύθι και στο υπερβατικό τους στοιχείο βρίσκει, τελικά, η «πραγματικότητα» την πλήρωσή της. Διαβάζοντας τα διηγήματα, πολλές φορές, σκέφτηκα μία φράση την οποία είχα ακούσει από έναν Αμερικανό θιασώτη του black metal. Η φράση του είχε ως εξής, «…they call the Enlightenment the Age of Reason…Yeah…the age that gave us no reason to live»(ας μου επιτραπούν τα αγγλικά, ειδάλλως η φράση θα στερείται νοήματος). Η κατάργηση του μύθου και των ηρώων λόγω της «εκλογικοποίησης» των πάντων καθιστά τον άνθρωπο δέσμιο σε ένα επίπεδο που προηγείται της αστικής εξουσίας και την προϋποθέτει. Αν πρέπει να αναζητήσουμε την ανατροπή της άδικης και αντιανθρώπινης εξουσίας των καιρών μας ο προορισμός των οδηγών της ανατροπής πρέπει να είναι πιο βαθύς από την πολιτική αντιπαράθεση. Πρέπει να περάσει από το εσώτερα του πνεύματος και να διαλύσει πρώτα εκεί την κυριαρχία των διανοητικών δυνάμεων που θέτουν τα θεμέλια στα οποία εδράζεται η άθλια καπιταλιστική εξουσία της εποχής μας. Ο Σταμάτης μέσω της επικοινωνίας του με τους ήρωες των διηγημάτων του μας δείχνει ότι, όχι μόνο αυτοί οι ήρωες «υπάρχουν», αλλά ότι αποτελούν και εκφράσεις του δικού μας εσώτερου κόσμου. Τι παραπάνω είναι ο εσώτερος μας κόσμος, άραγε, πέρα από πτυχές των αιώνιων αρχετύπων τα οποία αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της πανανθρώπινης ψυχής; Από πού θα αντλήσουμε τα ηθικά εφόδια για να κρίνουμε ότι το αστικό σύστημα που καυτηριάζει ο Θεοφίλου είναι όντως άδικο όταν οι υποστηρικτές του μας αντιτάξουν ορθολογιστικά επιχειρήματα ή ακόμη και αηθικές προσεγγίσεις ενός μεταμοντέρνου οικονομιστικού δαρβινισμού;

Όπως λέω πάντα, «Εάν δεν υπάρχει κάτι που να μας εμπνέει να σηκώσουμε το βλέμμα μας προς τον ουρανό, καταλήγουμε να το χαμηλώνουμε προς το έδαφος». Διαβάζοντας τα τέσσερα διηγήματα θυμήθηκα ότι η φαντασία είναι και μορφή γνώσης αλλά συνάμα και όπλο. Μία λόγχη η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον της δυσειδούς  καθημερινότητας και να μας βοηθήσει έτσι ώστε να βγούμε νικητές στις καθημερινές μας μάχες. Η «Ηθική του παιχνιδιού» μας υπενθυμίζει ότι η ανθρώπινη ύπαρξη δεν μπορεί να περιοριστεί στα στενά όρια της υλικής πραγματικότητας. Οι χάρτινοι ήρωες, μέσω των πλατωνικών διαλόγων που έχουν με τον Σταμάτη, καταλήγουν να λειτουργήσουν ως μια ισχυρή υπενθύμιση για το ότι η αναζήτηση του νοήματος, της ηθικής και του «καλού», αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της Ρομαντικής κοσμοθέασης.


Οι άνθρωποι που δεν αγαπούν τους ήρωες, μας θέλουν φυλακισμένους (ακόμη κι εάν κάποιοι από αυτούς μιλούν υπέρ της κατάργησής των φυλακών). Ο Τόλκιν είχε αναφέρει χαρακτηριστικά, «Γιατί να περιφρονείται ένας άνθρωπος που, βρίσκοντας τον εαυτό του φυλακισμένο, προσπαθεί να αποδράσει και να πάει σπίτι του; Ή που, όταν δεν μπορεί να το κάνει, σκέφτεται και μιλά για άλλα θέματα που δεν έχουν να κάνουν με τους δεσμοφύλακες και τους τοίχους της φυλακής; Ο έξω κόσμος δεν έχει γίνει λιγότερο πραγματικός επειδή ο φυλακισμένος δεν μπορεί να τον δει. Χρησιμοποιώντας τη λέξη «απόδραση» με αυτόν τον τρόπο, οι κριτικοί (εννοώντας του κριτικούς του έργου του) έχουν επιλέξει τη λάθος λέξη, και, επιπλέον, συγχέουν —όχι πάντα λόγω κάποιου καλοπροαίρετου λάθους— την Απόδραση του Φυλακισμένου με τη Διαφυγή του Λιποτάκτη».[i] Αυτό κατάφερα να κάνω και εγώ όσο διάβαζα τα διηγήματα του Σταμάτη. Να αποδράσω, έστω και για λίγο, από την «φυλακή». Το ίδιο θα πρότεινα και στους πάσης φύσεως υλιστές. Εάν θέλουν να αισθάνονται ελεύθεροι, έστω και για λίγο, θα πρέπει να βάλουν λίγο Ρομαντισμό στην ζωή τους. Έτσι πέφτουν και οι μεγαλύτερες φυλακές. Οι εσωτερικές μας φυλακές.



[i] https://www.wordonfire.org/articles/escape-is-not-escapism/

Δεν υπάρχουν σχόλια: