Χριστουγεννιάτικες Μεταμφιέσεις[1]
του Άρθουρ Μάχεν
μετάφραση: Southman
Έχω μπει συχνά στον πειρασμό να κάνω μια
συγκεκριμένη ερώτηση στον εφημέριο, σε κάθε εφημέριο. Πιστεύει βαθιά μέσα στην
καρδιά του ότι κάτι έχει αλλάξει τόσο πολύ μέσα στα τελευταία τέσσερα με πέντε
χιλιάδες χρόνια – τόσο όσο είναι η καταγεγραμμένη ιστορία; Είμαστε καλύτερα,
είμαστε χειρότερα; Σε γενικές γραμμές, αν ο ίδιος ο εφημέριος είχε την ενορία
του στην Βαβυλώνα, η γενικότερη συμπεριφορά των ενοριτών του θα ήταν πολύ
διαφορετική από την συμπεριφορά των ενοριτών του στο Μέριλεμπον (Σ.τ.Μ. συνοικία του Λονδίνου); Ή αν
υποθέσουμε ότι είναι εφημέριος στην επαρχία, δεν θα ήταν γενικά χαρούμενος αν
οι νέοι στην ενορία του ήταν τόσο αξιοπρεπείς όσο ο Δάφνις και η Χλόη;
Είναι ένα σημαντικό ερώτημα και είχα στο
παρελθόν μεγάλες αμφιβολίες για το ζήτημα, αλλά τώρα τελευταία, ερευνώντας την
υπόθεση των Χριστουγέννων, τείνω να σκεφτώ ότι έχουμε λίγο καλυτερέψει. Η
παλαιότερη άποψη ήταν ότι (τα Χριστούγεννα) αποτελούσαν μια παράξενα
βορειοευρωπαϊκή γιορτή. Ότι όλο της το εύθυμο πνεύμα, η χαρά, οι μελωδίες από
κάλαντα και η αφθονία σε κρέατα και ποτά δεν είχαν κάποια σχέση με την χριστιανική
χαρά. Οι σοφοί μας είπαν ότι όλη αυτή την Χριστουγεννιάτική μας εύθυμη διάθεση
την είχαμε κληρονομήσει από τους Σκανδιναβούς προγόνους μας, που είχαν παρατηρήσει
ότι η παλίρροια του χειμώνα άρχιζε να υποχωρεί, αυτές περίπου τις μέρες που
εμείς ονομάζουμε Χριστουγεννιάτικη περίοδο.
Η μικρότερη μέρα του χρόνου είχε περάσει, οι
ώρες του φωτός άρχιζαν σταδιακά να μεγαλώνουν και υπήρχε η προφητεία της
επερχόμενης άνοιξης. Έτσι κυριολεκτικά, οι βόρειοι λαοί έφτιαχναν τραγούδια και
χόρευαν για αυτή την εξέλιξη, ήταν χαρούμενοι που το χειρότερο κομμάτι του
χειμώνα είχε περάσει και έρχονταν καλύτερες ημέρες. Ήταν αρκετά ευφυές, αλλά
εγώ βρίσκω ψεγάδια σε αυτό. Αλήθεια, αυτοί οι άνθρωποι που χαίρονταν κατά τη διάρκεια
των Χριστουγέννων, ξερίζωναν τα μαλλιά τους κατά το μεσοκαλόκαιρο επειδή η
μεγαλύτερη ημέρα του χρόνου είχε περάσει και ο χειμώνας σύντομα θα ερχόταν; Δεν
έχω ακούσει ποτέ ότι συνέβαινε κάτι τέτοιο. Και πάλι, χωράει ένσταση στο ότι ο
χειμωνιάτικος καιρός καλυτερεύει μετά τα Χριστούγεννα. Στις εννέα από τις δέκα
περιπτώσεις, τα χειρότερα (καιρικά φαινόμενα) έπονται. Πραγματικά, πρέπει να
ήταν πολύ απλές και αγνές ψυχές αυτοί οι Σκανδιναβοί αν χαίρονταν για το τέλος
του χειμώνα τον Δεκέμβριο, με τους τρομακτικούς Ιανουάριο, Φεβρουάριο και συχνά
Μάρτιο να έπονται.
Για να πούμε την αλήθεια όμως, ήταν εύθυμοι
με την ίδια μορφή ευθυμίας που έχουμε και εμείς αυτή την περίοδο, αν θεωρήσουμε
ότι η ευθυμία μιας είναι γενικά βασισμένη στην εποχή, ακριβώς για τους
αντίθετους λόγους. «Πράγματι, κάνει πολύ
κρύο. Το χιόνι πέφτει γρήγορα, ο άνεμος κατεβαίνει κοφτερός από το Βορρά, ό,τι
θυμίζει καλοκαίρι έχει προ πολλού φύγει. Και όμως, το καλύτερο είναι ότι
έρχεται ακόμα περισσότερο κρύο»! Αυτό είναι το πραγματικό αίσθημα της
περιόδου και το εκφράζει με θαυμαστό τρόπο ο Ντε Κουίνσι. Γράφει αυτό το
απόσπασμα για την περίοδο και τις συνθήκες της χαρούμενης διάθεσης που την
διέπει:
«Όμως,
ας μην είναι ούτε καλοκαίρι, ούτε άνοιξη, ούτε φθινόπωρο, αλλά χειμώνας, στην
πιο αυστηρή του περιβολή. Αυτό είναι το πιο σημαντικό σημείο στην επιστήμη της
ευτυχίας. Με εκπλήσσει να βλέπω ανθρώπους να παραβλέπουν αυτό το γεγονός και να
θεωρούν ότι είναι θέμα εορτασμού το ότι ο χειμώνας φεύγει σταδιακά ή ότι δεν πρόκειται
να είναι τόσο βαρύς. Αλήθεια, απολαμβάνω τόσο πολύ (Σ.τ.Μ. στο πρωτότυπο χρησιμοποιείται η έκφραση “I am epicure to this matter” που έχει το νόημα της απόλαυσης)
αυτό το ζήτημα που δεν μπορώ να χαρώ πλήρως μια χειμωνιάτικη νύχτα αν είναι
πολύ μετά την γιορτή του Αγίου Θωμά και έχω φτάσει στο σημείο να εκδηλώνω
τάσεις σιχασιάς σε κάθε εμφάνιση σημαδιών της άνοιξης. Όχι! Πρέπει (αυτή η
νύχτα) να διαχωρίζεται από την επιστροφή του φωτός και της λιακάδας με ένα χοντρό
τείχος από σκοτεινές νύχτες».
Και χωρίς καμία αμφιβολία αυτή είναι η
αλήθεια για το θέμα τούτο, εκπεφρασμένη όπως μόνο ο υπέροχος αυτός και εξαίσιος
χειριστής της γλώσσας Ντε Κουίνσι θα μπορούσε να την εκφράσει. Όμως υπάρχει και
κάτι ακόμα που πρέπει να σημειωθεί: γιόρταζαν με εξαίρετο τρόπο τα Χριστούγεννα
και στην παγανιστική Ρώμη, μόνο που δεν τα αποκαλούσαν έτσι! Στην Ιταλία βέβαια
ο χειμώνας δεν φέρνει φόβο και τρόμο, αλλά το παράξενο είναι ότι τα
«Χριστούγεννα» της Ρώμης έπεφταν μέσα στη δική μας Χριστουγεννιάτικη περίοδο,
με απόκλιση μιας ή δυο ημερών. Τα αποκαλούσαν «Σατουρνάλια».
Το Λεξικό των Κλασικών μας πληροφορεί ότι
ήταν μια γιορτή αφάνταστης παλαιότητας, που εγκαθιδρύθηκε προς υπενθύμιση της
χαρούμενης, χρυσής εποχής του Κρόνου. «Όλες οι έχθρες σταματούσαν, τα σχολεία
έκλειναν, πόλεμος δεν κηρυσσόταν, αλλά παντού υπήρχε ευθυμία, διατάραξη της
ησυχίας και κραιπάλη». Η τελευταία φράση είναι λίγο αυστηρή, αλλά μπορούμε να
εκλάβουμε το νόημά της πως οι αρχαίοι Ρωμαίοι διασκέδαζαν πάρα πολύ κατά την
διάρκεια αυτής της εποχής του χρόνου. Όλες οι κοινωνικές ανισότητες ακυρώνονταν
κατά την περίοδο που διαρκούσε η γιορτή και όπως στην παλιά Βιρτζίνια στις
μέρες της δουλείας, οι Μαύροι σκλάβοι είχαν το δικαίωμα κατά την περίοδο των
Χριστουγέννων να κάθονται μέσα στην άμαξα ενώ οι αφέντες τους ίππευαν εκτός
αυτής, έτσι και στη Ρώμη, ο σκλάβος είχε το δικαίωμα να πει στον αφέντη του
ακριβώς τι γνώμη έχει για αυτόν.
«Έλα», λέει ο Οράτιος στον σκλάβο του, «χρησιμοποίησε
την ελευθερία που σου δίνει ο Δεκέμβριος, πες ό,τι θέλεις να πεις». Ο σκλάβος
τη χρησιμοποίησε αρκετά ελεύθερα και είπε στον αφέντη του ακριβώς τι σκεφτόταν
για αυτόν. Του είπε ότι κανένας δεν θα ήταν πιο δυστυχισμένος από αυτόν (τον
Οράτιο) αν ξαφνικά βρισκόταν στις παλιές καλές ημέρες για τις οποίες συνεχώς
μιλούσε με θερμά λόγια. Για την ακρίβεια, ο Δάβος είπε στον αφέντη του «σκληρές
αλήθειες» και σε αυτό το σημείο υποστηρίζω ότι έχουμε ανελιχθεί πια πέρα από
τους αρχαίους ηθικούς κώδικες. Γιατί εμείς, αν το παρατηρήσουμε, χρησιμοποιούμε
αυτή την ελευθερία του Δεκέμβρη με άλλους τρόπους. Η Χριστουγεννιάτικη περίοδος
είναι ακριβώς η εποχή που κρατάμε κρυμμένες όλες τις «σκληρές αλήθειες».
Κρατάμε μέσα μας όλα τα άσχημα πράγματα που έχουμε στην άκρη της γλώσσας μας,
βρίσκουμε ότι υπάρχουν και καλά πράγματα να ειπωθούν για «αυτόν τον αλήτη τον
Μπράουν», ανακαλύπτουμε ότι η ψυχρή και μελετημένη αγένεια του Μ’Κάου είναι
απλά «ο τρόπος του» και ότι η θορυβώδης και κουραστική χυδαιότητα του Μούλιγκαν
είναι «έξω καρδιά» και «εύθυμος χαρακτήρας». Με λίγα λόγια, ανακαλύπτουμε ότι
είμαστε όλοι «καλά παιδιά». Ακόμα και ένας άνθρωπος που θεωρεί τον εαυτό του
βαθιά πληγωμένο, τα Χριστούγεννα το ξανασκέφτεται και βλέπει ότι υπάρχει και
δικαιολογημένος αντίλογος από την άλλη πλευρά (που τον πλήγωσε). Και έτσι
έχουμε υπερκεράσει και υπερβεί την έννοια της Χριστουγεννιάτικης – ή
Σατουρναλιάτικης – ευθυμίας.
Οι Ρωμαίοι έλεγαν «σκληρές αλήθειες» ο ένας
στον άλλον, εμείς λέμε την «αλήθεια». Γιατί φυσικά είμαστε όλοι μας «καλά
παιδιά». Σκεφτείτε το. Αν μιλάμε για λογοτεχνία, ποια είναι η αλήθεια για
αυτήν; Σίγουρα πρέπει να την αναζητήσουμε στον Σαίξπηρ και τον Κητς, όχι στα
εμπορικά θεατρικά δράματα του Γουέστ Εντ, ούτε στις ισχνές ανοησίες των
μικρότερων ποιητών. Αν είναι να μιλήσουμε για ζωγραφική, εννοούμε τον Τέρνερ
και αμελούμε να αναφέρουμε τις Γερμανικές ελαιογραφίες και όλες τις
πολυποίκιλες και συναισθηματικές αποχρώσεις του ροζ. Αρχιτεκτονική σημαίνει το
Αββαείο του Γουεστμίνστερ, όχι κάποιο τσίγκινο κέντρο διερχομένων. Είναι τα
καλά πράγματα, τα λαμπερά πράγματα, τα τέλεια πράγματα αυτά που μας έρχονται
στο μυαλό, όχι οι αποτυχίες ή όσα θέλουν να πείσουν ότι είναι καλά.
Το ίδιο συμβαίνει και με τους εαυτούς μας και
με τους υπόλοιπους. Τα Χριστούγεννα βλέπουμε την ανθρωπότητα όπως θα έπρεπε να
είναι: ευγενική, γεμάτη φιλανθρωπικό πνεύμα, να σκάει από εύθυμη διάθεση και
καλή προαίρεση. Είμαστε όλοι μεταμφιεσμένοι των Χριστουγέννων, αν θέλετε.
Μασκαρευόμαστε, αλλά ξέρουμε ότι αυτά τα πολύχρωμα, χαρωπά και απαστράπτοντα
ενδύματα είναι αυτά που έπρεπε να φοράμε πάντα αν τα πράγματα ήταν σωστά, αν
κατέχαμε την απόλυτη γνώση (Σ.τ.Μ. στο
πρωτότυπο χρησιμοποιείται η έκφραση “the letters of the Name were made known”, μια αναφορά στα τέσσερα γράμματα που
αποτελούν το όνομα του Θεού, που είναι η απόλυτη γνώση).
Είναι αλήθεια ότι κανείς δεν μπορεί να πάει μέσα από τον Υπόγειο (σιδηρόδρομο)
μέχρι το Σίτυ του Λονδίνου φορώντας τα πολύχρωμα και πλουμιστά ρούχα ενός
γελωτοποιού, ούτε την ασημένια πανοπλία του Αγίου Γεωργίου. Όμως, τόσο το
χειρότερο και για τον Υπόγειο και για το Σίτυ.
Στο Κουίνς Κόλετζ της Οξφόρδης τα Χριστούγεννα, ρασοφόροι τραγουδιστές και χορωδοί φέρνουν το Κεφάλι του Αγριόχοιρου ψάλλοντας παλιά και ευγενή κάλαντα. Μέσα στην καρδιά τους όλοι ξέρουν ότι αυτός είναι ο τρόπος που θα έπρεπε να δειπνούμε πάντα, αν ο κόσμος διοικούνταν σωστά. Στη βιασύνη της καθημερινότητας, θα ήταν ελαφρώς άβολο αν τα παϊδάκια, οι μπριζόλες και οι κοπές κρεάτων προσφέρονταν από σερβιτόρους που έψελναν. Όμως, το παλιό Χριστουγεννιάτικο έθιμο της Οξφόρδης μάς δείχνει πως θα έπρεπε να γίνεται.
Του
Αγριόχοιρου το κεφάλι στα χέρια μου φέρνω
Με
μπαχάρια και δενδρολίβανο στολισμένο
Και
προσεύχομαι καλοί μου κύριοι να είστε εύθυμοι!
Qui
estis
in
convivio –
Εσάς που είστε στο γλέντι αυτό
Caput
apri
defero
– Σκύβω το κεφάλι και
προσκυνώ
Reddens laudes Domino – Και το Θεό δοξολογώ.
Σ.τ.Μ.:
Συγκεκριμένες λέξεις ή φράσεις του πρωτοτύπου αγγλικού κειμένου με ποιητικό
νόημα διαφορετικό από το πραγματολογικό τους, έχουν αποδοθεί με παραπλήσιο
νόημα στη μετάφραση, ώστε να διατηρηθεί το πνεύμα του συγγραφέα.
[1] Ο
τίτλος αναφέρεται στο έθιμο του mummering, μιας Χριστουγεννιάτικης
εκδοχής της μασκαράτας και του πιο γνωστού trick-or-treat που παραδοσιακά διεξάγεται κατά τις
μέρες πριν και μετά τα Χριστούγεννα σε περιοχές της Αγγλίας, της Ιρλανδίας και
του Καναδά, κατά την οποία οι μεταμφιεσμένοι εισέρχονται στα σπίτια, τραγουδάνε
με αλλαγμένες φωνές, λένε αστεία, χορεύουν, κάνουν πειράγματα και δέχονται δώρα
και φαγητό, ενώ προκαλούν τους ενοίκους να μαντέψουν την ταυτότητά τους.
Εικόνα 1: Adolphe Tademan, Traditions Of Christmas, Εικόνα 2:Viggo Johansen, Merry Christmas, Εικόνα 3: Σπυρίδων Βικάτος, Το χριστουγεννιάτικο δέντρο, Εικόνα 4: Viggo Johansen, A Christmas Story.




Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου